8 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1827,ΠΟΡΤΕΣ ΣΑΝΤΑΜΕΡΙΟΥ


 ΝΙΚΑΜΕ Η ΠΕΘΑΙΝΟΥΜΕ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ!

Πολλές είναι οι άγνωστες πτυχές του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Αναδιφώντας στα Αρχεία των Αγωνιστών, μου προκάλεσαν το ενδιαφέρον μια σειρά από πιστοποιητικά οπλαρχηγών, στα οποία βεβαιώνεται η συμμετοχή στρατιωτών της Επανάστασης, σε μάχη κατά του Ιμπραήμ Πασά στο χωριό Πόρτες, στις 8 Απριλίου 1827.
Ερευνώντας περισσότερο στο αρχείο Βλαχογιάννη, βρήκα πολλές αναφορές στο γεγονός αυτό. Αλλά δικαίως μπορεί να αναρωτηθεί ο φιλίστωρ αναγνώστης, γιατί αξίζει ιδιαίτερη αναφορά σε αυτό το πολεμικό επεισόδιο, ανάμεσα σε τόσες χιλιάδες άλλα;
Εύλογο το ερώτημα.
του Περικλή Καπετανόπουλου
Για να εκτιμήσουμε όμως καλύτερα, την διάσταση που είχε η ήττα του αιγυπτιακού στρατού, την εποχή μάλιστα της παντοδυναμίας του, σε ένα ασήμαντο χωριουδάκι από δράκα αγωνιστές, αποφασισμένους να νικήσουν ή να πεθάνουν, πρέπει να μεταφερθούμε νοητά στην κατάσταση που επικρατούσε στο Μωρηά τον Απρίλιο του 1827.
Η κατάσταση στο Μωρηά
Η στρατιωτική κατάσταση είχε εξελιχθεί ραγδαία, μετά την άφιξη των αιγυπτιακών στρατευμάτων, σε βάρος των επαναστατημένων Ελλήνων. Οι επιδρομές των στρατευμάτων του Αιγύπτιου Ιμπραήμ Πασά ήταν συνεχείς σε όλα τα σημεία της Χερσονήσου. Το Μεσολόγγι είχε πέσει. Τα ελληνικά άτακτα στρατεύματα απέφευγαν να αντιπαρατεθούν σε μάχες εκ παρατάξεως με τους Αιγύπτιους, μετά τα ατυχή για αυτούς αποτελέσματα, στο Κρεμμύδι, στο Μανιάκι και στα Τρίκορφα.
Ο στρατός του Ιμπραήμ ήταν τακτικός, με εκπαιδευτές Γάλλους εξωμότες αξιωματικούς. Πεζικό, ιππικό, πυροβολικό, μηχανικό, υπηρεσία ανεφοδιασμού, μεταγωγικά. Πολεμούσε με το ευρωπαϊκό σύστημα της λίνιας (γραμμική παράταξη). Όπου περνά καταστρέφει και αφανίζει τα χωριά και τις επαρχίες. Σκοτώνει και σκλαβώνει. Τρία χρόνια κρατά ο αφανισμός των ανθρώπων και της γης της Πελοποννήσου.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης του γράφει:
«Αυτό οπού μας φοβερίζεις, να μας κόψης και κάψης τα καρποφόρα δέντρα μας, δεν είναι της πολεμικής έργον, διατί τα άψυχα δένδρα δεν εναντιώνονται εις κανένα, μόνον οι άνθρωποι οπού εναντιώνονται έχουνε στρατεύματα και σκλαβώνεις, και έτσι είναι το δίκαιον του πολέμου…
Όχι τα κλαδιά να μας κόψης, όχι τα δένδρα, όχι τα σπίτια που μας έκαψες, μόνον πέτρα απάνω στην πέτρα να μην μείνη, ημείς δεν προσκυνούμεν.
Τι τα δένδρα μας αν μας τα κόψης, και κάψης την γην δεν θέλει την σηκώσης και η ίδια η γης που τα έθρεψε, αυτή η ίδια γη μένει δική μας και τα ματακάνει. Μόνον ένας Έλληνας να μείνη, πάντα θα πολεμούμε και μην ελπίζης πως την γην μας θα την κάμης δική σου, βγάλτο από το νου σου».
Ο Ιμπραήμ από την μια καίει και αφανίζει και από την άλλη υπόσχεται χρήματα και καλλιεργητικά εφόδια στους κατοίκους των χωριών που θα προσκυνήσουν και θα ξαναγίνουν ραγιάδες. Και το προσκύνημα ξεκινά από την Αχαΐα. Ο πρώτος καπετάνιος που προσκύνησε είναι ο οπλαρχηγός Δημήτριος Νενέκος, από το χωριό Ζουμπάτα.
Ο Κολοκοτρώνης εφαρμόζει σκληρά αντίμετρα
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1827, όταν ο Αιγύπτιος πασάς άρχισε να πυρπολεί τα χωριά και τους αγρούς αναγκάζοντας τους κατοίκους να δηλώσουν υποταγή μπροστά στον κίνδυνο του λιμού, ο Γέρος του Μοριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, βλέποντας τον κίνδυνο που απειλούσε την Επανάσταση και τις θυσίες και τους αγώνες των Ελλήνων να πηγαίνουν χαμένοι, εφαρμόζει σκληρά αντίμετρα στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ.
Σε όσους αρνούνται να σκίσουν τα προσκυνοχάρτια και να γυρίσουν στην Επανάσταση, ο Κολοκοτρώνης διατάζει: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!». Εξαπολύει τα παλικάρια του στα χωριά που δήλωσαν υποταγή και πότε με το καλό πότε με τη βία κατάφερε να κρατήσει τη φλόγα της επανάστασης. Τα προσκυνημένα χωριά δέχονται τις αιφνιδιαστικές επιθέσεις των επαναστατών. Οι πρωτεργάτες του προσκυνήματος συλλαμβάνονται και με συνοπτικές διαδικασίες, εκτελούνται. Στα απομνημονεύματα του γράφει: «Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα δια την πατρίδα μου».
Απέναντι στον τακτικό στρατό του Ιμπραήμ, οι Έλληνες άτακτοι εφαρμόζουν τακτικές ανταρτοπολέμου, που λίγα χρόνια πριν, είχαν εφαρμόσει με επιτυχία οι Ισπανοί πατριώτες εναντίον των γαλλικών στρατευμάτων κατοχής. Δεν αφήνουν τους Τουρκοαιγύπτιους να ησυχάσουν ούτε στιγμή. Συγκροτούν μικρά και ευέλικτα καταδρομικά σώματα από αποφασισμένους πολεμιστές και ψυχωμένους καπεταναίους. Χτυπούν αιφνιδιαστικά τις στρατοπεδίες του αιγυπτιακού στρατού. Επιτίθενται τις ασέληνες νύχτες προξενώντας μεγάλες απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες. Την ημέρα στήνουν ενέδρες σε περάσματα και γεφύρια, «ματώνουν» τον εχθρό και συμπτύσσονται. Οι Έλληνες όταν αναφέρονται στις απώλειες
Ορισμένοι καπεταναίοι διακρίνονται για τις ικανότητες τους στον ανταρτοπόλεμο. Την δράση τους εναντίον των Αιγυπτίων αποθανάτισε η λαϊκή μούσα:
«Στα λαγκάδια ο Πλαπούτας, κι΄ο Πετιμεζάς στη ράχη,
Στα βουνά ο Ανδραβιδιώτης, κλέφτες γέμισαν οι βράχοι,
Καίει ολούθε και τους κοκκινοφορεμένους* συνεπαίρνει η οργή,
Χάνονται και λιγοστεύουν, σαν να τους ρουφά η γη».
Η νέα τακτική φθοράς των αιγυπτιακών στρατευμάτων φέρνει αποτελέσματα. Ο Ιμπραήμ συνεχώς ζητά να του στείλουν νέες ενισχύσεις σε στρατιώτες και άλογα Αίγυπτο για να αναπληρώνει τις απώλειες.
Οι επαναστάτες ανακτούν το ηθικό τους. Ο Κολοκοτρώνης στέλνει οδηγίες παντού, παρακαλεί και απειλεί, στρατολογεί και οργανώνει, προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή την φλόγα της Επανάστασης, ώστε να υπάρχει εύλογη αιτία για την αναγνώριση ελεύθερου ελληνικού κράτους από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Μαζί του, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί του Μωρηά, προσπαθούν να κρατήσουν τον πληθυσμό της επαρχίας τους να μην προσκυνήσει.
Επιδρομή του Ιμπραήμ Πασά
Τον Απρίλιο του 1827, ο Ιμπραήμ ξεκινά και πάλι με τον στρατό του από την Μεσσηνία για να υποτάξει τους απροσκύνητους Μοραΐτες.
Χωρίζει τον στρατό του σε δύο φάλαγγες. Η πρώτη παίρνει τον καμπίσιο δρόμο. Καίει και σκλαβώνει τους κατοίκους των χωριών που συναντά στο διάβα της. Εισβάλλει και καίει τον Πύργο, παίρνει σκλάβους όσους δεν μπόρεσαν να φύγουν. Μετά στρέφεται προς τον κάμπο με κατεύθυνση προς την Γαστούνη. Οι καμπίσιοι μαθαίνουν ότι έρχεται ο Ιμπραήμ και φροντίζουν να ασφαλίσουν τις οικογένειες τους σε «δυνατά μέρη». Χιλιάδες άμαχοι κλείνονται στο κάστρο Χλεμούτσι, με τον οπλαρχηγό Χρύσανθο Σισίνη και 200 οπλοφόρους.
Μετά από μερικές μέρες πολιορκία, χωρίς νερό, οι Έλληνες παραδίδονται με συνθήκη στον Ιμπραήμ, ο οποίος την παραβιάζει και στους στέλνει στα σκλαβοπάζαρα.
Είναι αντιπροσωπευτική η περιγραφή του στρατηγού Γιάννη(Γενναίου) Κολοκοτρώνη : «Μ’ όλον οπού ο Ιμπραήμ Πασάς ελεηλατούσε την Πελοπόννησον και αιχμαλώτιζεν, οι Πελοποννήσιοι εφιλοτιμήθησαν και εξεστράτευσαν ως άνωθεν αναφέραμε, καθώς π.χ ο υιός του Σισίνη εξεστράτευσε με 500 Γαστουναίους και ων εις το στρατόπεδον των Αθηνών. Τας αυτάς ημέρας ηχμαλώτισε και ο Ιμπραήμ Πασάς 10.000 ψυχάς εις το μέρος της Γαστούνης (Κάμπος της Ηλείας), από τας οποίας ψυχάς ήτον και μέρος των στρατιωτών αι φαμίλιαι, όπου εξεστράτευσαν εις την εκστρατείαν των Αθηνών.
Η δεύτερη φάλαγγα, δύναμης 8.000 ανδρών από το Μπέλεσι (Τριποταμιά), περνά στα Καπελοχώρια και από εκεί φτάνει στο χωριό Πόρτες, για να σκοτώσει και να σκλαβώσει εκατοντάδες γυναικόπαιδα που έχουν καταφύγει εκεί για ασφάλεια από τον κάμπο.
Εκεί είναι οχυρωμένοι και αποφασισμένοι να μην πέσουν ζωντανοί στα χέρια του εχθρού, οι οπλαρχηγοί Κωνσταντής και Χρήστος Παπαδημητρόπουλος, με 150 παλληκάρια. Οι αρματωμένοι οχυρώνονται, μέσα και γύρω από την εκκλησία της Αγιά Σωτήρας στο χωριό Πόρτες πάνω στο βουνό του Σανταμερίου. Επί οκτώ ώρες αποκρούονται αλλεπάλληλες επιθέσεις του αιγυπτιακού ιππικού και πεζικού, δυνάμεως οκτώ χιλιάδων στρατιωτών, οι όποιοι έφτασαν εκεί με οδηγούς ντόπιους Τούρκους. Ο ιστορικός Δημήτριος Οικονομόπουλος σημειώνει: « Στο χωριό Πόρτες, κτισμένο στο βουνό Σκόλλις (και που ονομάστηκε κατόπιν Σανταμέρι από τον ευγενή Γάλλον Νικόλαον Σαιντ-Ομερ, που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα έπειτα από την Δ Σταυροφορίας και έκτισε το 1273 μ.χ στην κορυφή του βουνού κάστρο), οχυρώθηκαν στην εκκλησία του χωριού «Ανάληψη» και σε άλλα μέρη του ολιγάριθμοι Ηλείοι αγωνισταί με επικεφαλής τον Καπετάν Κωνσταντήν Ανδραβιδιώτην και τον αδελφόν του Χρίστον.
Ομηρική μάχη διεξήχθη γύρω από τα ταμπούρια των Ελλήνων.
Οι Αιγύπτιοι ορμούσαν κατά κύματα, με τις γυμνές μπαγιονέτες να αστράφτουν στον ήλιο, αλλά πάντα αποτύγχαναν να «πατήσουν» τα ελληνικά ταμπούρια. Οι αξιωματικοί πίσω από τις γραμμές, με τα μαστίγια τους εμπόδιζαν να πισωπατήσουν. Τα σώματα των νεκρών εχθρών σπαρμένα ολούθε, κοκκινίζουν τη γη. Σε κάποιο γιουρούσι, ένας τσαούσης (λοχίας) ορμά και φτάνει στην πόρτα της εκκλησίας. Προσπαθεί να την ανοίξει βάζοντας το γυμνασμένο άλογο του να την κλωτσά δυνατά με τα πισινά του πόδια. Ένα βόλι που ρίχνεται από την μπιστόλα του καπετάνιου, τον βρίσκει στο μέτωπο και σωριάζεται νεκρός στη ρίζα ενός πουρναριού. Από τότε οι κάτοικοι του χωριού αποκαλούν (ακόμα και σήμερα) το δέντρο, το «πουρνάρι του Αράπη».
Η «φωτιά» από τα όπλα των Ελλήνων και τα «κόντρα γιουρούσια» τους, τσακίζουν την ορμή των Αιγυπτίων οι οποίοι μετά από πολύωρη μάχη υποχωρούν. Αφήνουν στο πεδίο της μάχης πάνω από 100 νεκρούς και παίρνουν μαζί τους ανεξακρίβωτο αριθμό τραυματιών.
Από τους Έλληνες σκοτώθηκαν 10 παλληκάρια. Ο καπετάν Χρήστος Παπαδημητρόπουλος, δυο αδελφοί του πατέρα του, Αθανάσιος και Νικολούτσος Δρακόπουλος, ο Γεώργιος Κριτσαντώνης και έξη ακόμα παλληκάρια. (βλέπε πίνακα)
Η νίκη έστεψε τα όπλα των Ελλήνων και τα γυναικόπεδα γλύτωσαν την σκλαβιά και τον εξανδραποδισμό. Το νέο διαδόθηκε ταχύτατα και οι πεζοπόροι ταχυδρόμοι μετέφεραν την είδηση στη Διοίκηση. Για πρώτη φορά μετά τον ερχομό του Ιμπραήμ στο Μωρηά, οι Έλληνες ούτε υποχώρησαν στις βουνοκορφές, ούτε νικήθηκαν και σκλαβώθηκαν. Σε μάχη εκ παρατάξεως, λίγοι αυτοί εναντίον υπεράριθμων εχθρών, πολέμησαν και τους νίκησαν.
Από αυτή την άποψη λοιπόν είναι τεράστια η σημασία της νίκης των Ελλήνων στις Πόρτες Σανταμερίου, διότι πραγματοποιήθηκε όταν στο Μωρηά, όλα τασκιαζε το φουσάτο του Ιμπραήμ πασά και πολλές επαρχίες είχαν ρίξει τα όπλα και προσκυνήσει.
Αναφορές στη μάχη:
Σε επιστολή που έστειλαν στις 17 Απριλίου 1827 από τη Σκαφιδιά ιερείς και πρόκριτοι της επαρχίας Γαστούνης προς το Γεώργιο Σισίνη (ο οποίος βρισκόταν στο Ναύπλιο), αναφέρονται στη μάχη στις Πόρτες:
«Τω εκλαμπροτάτω αρχηγώ μας Κυρίω Γεωργίω Σισίνη
Εις Ναύπλιον
Με μεγάλην μας πίκρα και λύπην σας ειδοποιούμεν τον εδώ αφανισμόν των Χριστιανών, οπού ο εχθρός έκαμεν εις τας 6 του παρόντος ημέραν Τετράδη. Δύο ώρας να φωτίση έπεσαν δύο κολώνας, η μία από Μπέλεσι και άλλη από Αγουλινίτζα, οι οποίοι ηύραν πόρον και επέρασαν, και όσους επλάκωσαν έξαφνα εις τον ύπνον άλλους εσκλάβωσαν και άλλους κατέσφαξαν…Και επέρασεν κατά την Γαστούνην. Και όθεν απέρασε ο τόπος ερήμωσε, όπου δεν έμεινε λίθος επί λίθου και ζωντανά χοντρικά και λιανικά δεν άφησαν τίποτες. Τους Χριστιανους ήτον ευγαλμένος ο κυρ Μιχάλης και τους εμάζωξεν όλους καθώς και από την Γλαρέντζαν και τους επήρεν εις το Κάστρον, εως δέκα χιλιάδες ψυχάς ή δε κολώνα οπού ήλθε από Μπέλεσι ετράβηξε εις τα Καπελοχώρια και ευγήκε στες Πόρταις και εκεί ηύρε ντουφέκι και τους εβάρεσαν. Και από τους εχθρούς εσκοτώθηκαν έως εκατό και ξεχωριστά οι λαβωμένοι, οι δε χριστιανοί εσκοτώθηκαν δέκα από τους οποίους εσκοτώθη και ο Καπετάν Χρήστος Παπαδημητρόπουλος από Ανδραβίδα. Επειτα η κολώνα αυτή ετράβηξε και ήλθεν εις Τραγανόν και εκεί εσμιξαν, και από εκεί έκοψαν και επήγαν εις το Κάστρον…
Και από Γαστούνη Επαρχία και Πύργου αυθέντη μου δεν έμεινες τίποτες, και μην έχετε καμμία ελπίδα, ότι ο τόπος ερήμωσε, και ας δώση ο αίτιος λόγον εν ημέρα κρίσεως, οπού εχάθη τόσος λαός. Και περιμένομεν την τιμίαν σας απόκρισιν, και μένομεν μ’ όλον το ταπεινόν σέβας.
Τη 17 Απριλίου 1827, Σκαφιδιά
Ηγούμενος του Φραγκοπηδήματος Αγάπιος
Θεόδωρος ιερεύς Βουναργίτης
Δημήτριος Ιωάννου Ματζούκα
Νικολός Καραμούτζος
Χρίστος Μισολογγίτης
Δημήτριος Μπουλουκάκης
Νικολός Καλημέρος».
Γράφει ο ιστορικός Νικόλαος Σπηλιάδης: « Οι δε από του Μπέλεσι διελθόντες (Αιγύπτιοι) προχώρησαν εις Καπηλοχώρια, έφτασαν εις τας Πόρτας, όπου εύρον αντίστασιν, και εφονεύθησαν υπέρ τους εκατόν και επληγώθησαν πλειότεροι υπό των Ελλήνων, εξ ων έπεσον δέκα και ο εξ Ανδραβίδας αρχηγός Χρήστος Παπαδημητρόπουλος».
Ο ιστορικός Δημήτριος Οικονομόπουλος σημειώνει: « Στο χωριό Πόρτες, κτισμένο στο βουνό Σκόλλις και που ονομάστηκε κατόπιν Σανταμέρι από τον ευγενή Γάλλον Νικόλαον Σαιντ-Ομερ, που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα έπειτα από την Δ Σταυροφορίας και έκτισε το 1273 μ.χ στην κορυφή του βουνού κάστρο, οχυρώθηκαν στην εκκλησία του χωριού «Ανάληψη» και σε άλλα μέρη του ολιγάριθμοι Ηλείοι αγωνισταί με επικεφαλής τον Καπετάν Κωνσταντήν Ανδραβιδιώτην και τον αδελφόν του Χρίστον.
Στο χωριό είχαν καταφύγει χίλιες και περισσότερες ψυχές αδύνατες για να αποφύγουν την αιχμαλωσία.
Οκτώ χιλιάδες πεζοί και καβαλλαραίοι του Ιμπραήμ προσβάλλανε τους Έλληνες. Μάχη πεισματώδικη συγκροτείται. Οι Ελληνες αποκρούουν όλες τις εφόδους των Τούρκων, και προξενούν σ’ αυτούς μεγάλη φθορά. Τέλος οι Τούρκοι αναγκάστηκαν, έπειτα από οκτάωρη μάχη, να οπισθοδρομήσουν. Στη μάχη σκοτώθηκαν εκτός των άλλων, και δύο αδελφοί του πατέρα του Καπετάν Κωνσταντή, οι Νικολουτσος και Αθανάσιος Δρακόπουλος και ο αδελφός του Καπετάν Χρίστος».
Ο Συνταγματάρχης Χρ.Σισίνης, δεκαέξη χρόνια μετά την μάχη στις Πόρτες, την 15 Αυγούστου 1843 γράφει για τον οπλαρχηγό καπετάν Κωνσταντή Παπαδημητρόπουλο: «…Διεκρίθη κατά την μάχην των Πορτών, θέσιν ομώνυμον του βουνού, όπου καρτερήσας υπεράριθμον σώμα εχθρού πεζών και ιππέων, ασυγκρίτω λόγω ανωτέρου, του οποίου είχε προς διαφέντευσιν των χιλίων ψυχών, τας οποίας είχε να διαφυλάξη και συμπλακείς επι οκτώ ώρας, επέτυχεν εκτός του αδελφού του και θείων του, οίτινες απέθανον συντροφευτά του».
Η περίοδος της παρουσίας του Ιμπραήμ Πασά στην Πελοπόννησο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και είναι βέβαιο ότι θησαυρός πληροφοριών για την παρουσία των Αιγυπτίων στη χερσόνησο, υπάρχει στα αιγυπτιακά και τουρκικά αρχεία. Ίσως στο μέλλον μπορέσουμε να μάθουμε περισσότερα για την περίοδο 185-1827, εφόσον βρεθούν ιστορικοί ερευνητές οι οποίοι να γνωρίζουν την τουρκική και αραβική γλώσσα.
ΝΕΚΡΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΙΣ ΠΟΡΤΕΣ
Καπετάν Χρήστος Παπαδημητρόπουλος - ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
Δρακόπουλος Νικολούτσος – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
Δρακόπουλος Αθανάσιος – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
Κριτσαντώνης Γεώργιος - ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
Εξη αγωνιστές των οποίων τα ονόματα παραμένουν εισέτι άγνωστα εις υμάς.
ΠΟΛΕΜΗΣΑΝ
1. Καπετάν Κωνσταντής Παπαδημητρόπουλος - ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
2.Αβραμόπουλος Πανάγος – ΜΠΟΥΧΙΩΤΗ
3.Αθανασόπουλος Διονύσιος – ΓΑΣΤΟΥΝΗ
4.Γαλανόπουλος Πέτρος – ΛΕΧΑΙΝΑ
5.Γαλανόπουλος Πέτρος – ΜΠΡΑΤΙ
6.Γεωργιόπουλος Νικολός – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
7.Γκούγκας Γεωργάκης – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
8.Γότης Σπύρος – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
9.Διαμαντόπουλος Αναστάσιος – ΓΑΣΤΟΥΝΗ
10.Διαντόπουλος Πανάγος – ΜΠΡΑΤΙ
11.Δρακόπουλος Γεώργιος - ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
12.Θεοδωρόπουλος Ιωάννης – ΚΑΡΔΙΑΚΑΥΤΙ
13.Καζάζης Γεώργιος – ΔΙΒΡΗ
14.Καλατζόπουλος Παναγιώτης – ΚΑΤΩ ΛΟΥΚΑΒΙΤΖΑ
15.Κανελλόπουλος Αναγνώστης – ΝΕΜΟΥΤΑ
16.Καραγιάννης Κωνσταντής – ΣΕΛΗΜ ΤΖΑΟΥΣΗ
17.Καραγιάννης Χρήστος – ΣΩΣΤΙ ΗΛΙΔΟΣ
18.Κόλλιας Παναγιώτης – ΓΑΣΤΟΥΝΗ
19.Κριτσαντώνης Κυριάκος - ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
20.Μανδέκας Ιωάννης – ΛΕΧΑΙΝΑ
21.Μιχαλόπουλος Αποστόλης – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
22.Μπιτούνης Διονύσιος – ΜΠΡΑΤΙ
23. Μυλωνόπουλος Ιωάννης – ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟ
24.Νικολουτζόπουλος Διονύσιος – ΑΝΔΡΑΒΙΔΑ
25.Οικονομόπουλος Μιχαήλ – ΜΠΟΥΧΙΩΤΗ
26.Ραμαντάς Αλέξιος – ΜΠΡΑΤΙ
27.Ραμαντάς Κωνσταντίνος – ΜΠΡΑΤΙ
28.Ρετζινάς Νικόλαος – ΛΥΓΙΑ ΜΥΡΓΟΥΝΤΙΩΝ
29.Σακουλόγεωργας Διονύσιος – ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟ
30.Τσερδίλης Διονύσιος – ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟ
31.Φωτόπουλος Κωνσταντίνος – ΜΠΟΥΡΔΑΝΟΥ ΠΗΝΕΙΑΣ
32.Χρήστου Κώστας - ΚΑΒΑΣΙΛΑ
33.Χρυσανθόπουλος Κυριάκος – ΒΑΡΘΟΛΟΜΙΟ
*Κοκκινοφορεμένους αποκαλούσαν οι Ελληνες τους Αιγύπτιους στρατιώτες από την κόκκινη στολή που φορούσαν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Επιχείρηση Γοργοπόταμος: Μύθοι και αλήθειες...

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΛΑΜΠΟΥΣΑΣ