Λευκή Τρομοκρατία. Το οργανωμένο έγκλημα πρελούδιο του Εμφυλίου




Της Βασιλικής Λάζου – Δρα Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου.
Το όργιο αίματος με τη συνεργασία των κρατικών αρχών και την ανοχή των Βρετανών. 
Τον Φεβρουάριο 1945, η Συμφωνία της Βάρκιζας σηματοδότησε σε πολιτικό επίπεδο αυτό που είχε συντελεστεί μερικές εβδομάδες νωρίτερα στο στρατιωτικό: την ήττα του ΕΑΜ στα Δεκεμβριανά και την υπερίσχυση με τα βρετανικά όπλα των αστικών πολιτικών δυνάμεων. Διακηρυγμένος σκοπός της Συμφωνίας ήταν να τεθούν το πλαίσιο και οι προϋποθέσεις για την ομαλή δημοκρατική εξέλιξη, την ισοτιμία, τη δημοκρατία, την ελεύθερη εκδήλωση των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, τον σεβασμό των ατομικών ελευθεριών και την κατάργηση κάθε ανελεύθερου μέτρου.
Πριν ωστόσο ακόμη στεγνώσει το μελάνι από την υπογραφή της, η Συμφωνία καταπατήθηκε, παρόλο που το ΕΑΜ τήρησε τις δεσμεύσεις του και παρέδωσε τον αριθμό των όπλων που είχε συμφωνηθεί.

Οι παραβιάσεις δεν αφορούσαν μόνο το ζήτημα της αμνηστίας, αλλά επεκτάθηκαν σε όλα τα σημεία: ενεργοποίηση ενός αντικομουνιστικού νομοθετικού οπλοστασίου, όπως το Ιδιώνυμο 1, καταστροφή των τυπογραφείων και περιορισμοί στην κυκλοφορία του αριστερού Τύπου, παρεμβάσεις στο συνδικαλιστικό κίνημα, παρωδία της δίκης των δωσίλογων, δικαιολόγηση της δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας και εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από κάθε ΕΑΜικό στοιχείο.
Το ζητούμενο για τους νικητές των Δεκεμβριανών και τους Βρετανούς πάτρονές τους ήταν η ανασύνθεση των αστικών πολιτικών σχέσεων που είχαν διαρραγεί στην Κατοχή. Καθώς τα παραδοσιακά αστικά κόμματα δεν είχαν προλάβει να ανασυγκροτηθούν ούτε μπορούσαν να αρθρώσουν επαρκή ιδεολογικό λόγο, εναλλακτικό στο ΕΑΜ, αναζητήθηκαν άλλα, μη πολιτικά μέσα, τα οποία θα οδηγούσαν στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα: την παλινόρθωση του προπολεμικού στάτους κβο και την εξουδετέρωση της ΕΑΜικής επιρροής.
Την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ ακολούθησε μια αιματηρή καταστολή με χαρακτηριστικά τρομοκρατίας, που έμεινε γνωστή ως Λευκή Τρομοκρατία. Στο στόχαστρο τέθηκαν όσοι είχαν μετάσχει στην ΕΑΜική αντίσταση και στήριζαν πολιτικά το ΕΑΜ και τις οργανώσεις του. Σκοπός ήταν η αλλαγή του πολιτικού τους φρονήματος καθώς το ΕΑΜ, αν και είχε ηττηθεί στρατιωτικά στη μάχη της Αθήνας, διατηρούσε ακμαίες τις πολιτικές του δυνάμεις.
Οι παρακρατικές συμμορίες που συγκροτήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σε όλη την επικράτεια ανέλαβαν αυτό που θα χαρακτηρίζαμε ως βρόμικη δουλειά. Στην ουσία έκαναν αυτό που δεν μπορούσαν να κάνουν φανερά εξαιτίας των δεσμεύσεων της Βάρκιζας, των βρετανικών περιορισμών και της κατακραυγής της διεθνούς κοινής γνώμης οι επίσημες κρατικές αρχές οι οποίες ήταν υποχρεωμένες να διατηρήσουν μια επίφαση νομιμότητας. Λειτούργησαν ως μηχανισμός αναδιανομής της πολιτικής εξουσίας, υποκαθιστώντας την επίσημη κρατική εξουσία χωρίς να υπόκεινται σε κανένα περιορισμό και έλεγχο.


Το αντιΕΑΜικό μέτωπο συγκροτούσαν όσοι είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές ή είχαν επωφεληθεί οικονομικά από τις κατοχικές συνθήκες: μαυραγορίτες και δωσίλογοι που εξαρτούσαν την κοινωνική τους επιβίωση από την ατιμωρησία που τους εξασφάλιζαν οι μετακατοχικές κυβερνήσεις, πάσης φύσεως ακροδεξιά και φιλομοναρχικά στοιχεία, πρώην μέλη Ταγμάτων Ασφαλείας, ακόμα και κοινοί ληστές. Μαζί τους ήταν όσοι συγκρούστηκαν με το ΕΑΜ για διάφορες αιτίες κατά τη διάρκεια της Κατοχής καθώς και συγκροτημένα κέντρα παραεξουσίας στους κόλπους του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας. Μια σειρά από φιλομοναρχικές οργανώσεις συγκροτήθηκαν στην Αθήνα και τις επαρχιακές πόλεις, όπως η και η ΕΒΕΝ, οι οποίες αποτέλεσαν εκτός από φορείς προπαγάνδας και τις ομάδες κρούσης. 2

Στην ύπαιθρο το Γενικό Επιτελείο Στρατού κατέγραφε πολυπληθείς παρακρατικές συμμορίες:
Α) Στην Πελοπόννησο: Στην Καλαμάτα ο Μαγγανάς, στη Λακωνία ο Κατσαρέας και μετά τον θάνατό του ο Γερακάρης και ο Καμαρινέας.
Β) Στη Στερεά Ελλάδα και στη Θεσσαλία, ο Σούρλας (Ανατολική Θεσσαλία), οι Καλαμπαλίκης, Βελέτζας, Ταμπούρος, Τσαντούλας(Δυτική Θεσσαλία). Οι Κουμουμτζής, Μαϊμάνης και Μπίζης(Καλαμπάκα, Τρίκαλα και Κόζιακας) και ο Βουρλάκης (Λαμία).
Γ) Στην Ηπειρο και Λάκκα Σούλι: οι Κολιοδημήτρης, Μπαλούμπας, Κάτσιος, Πανταλέων (Θεσπρωτία).
Δ) Στη Μακεδονία: ο Τσαούς-Αντών (Δράμα), οι Κάπας και Βαγγέλης(Χρυσούπολη – Καβάλα).
Η μη εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού, η στελέχωσή του από αδιάλλακτους θιασώτες του αντικομμουνισμού, καθώς και η αδυναμία ελέγχου των κατώτερων κλιμακίων του κράτους επιδείνωναν την κατάσταση. Οι κρατικές αρχές απουσίαζαν από μεγάλα τμήματα της ελληνικής υπαίθρου· ανεύθυνες, ανεξέλεγκτες ομάδες πρόβαλαν τον κοινωνικό τους ρόλο ως απόλυτα αναγκαίο ώστε να αντιμετωπιστεί η κομμουνιστική ανταρσία και να αποκοπεί η Αριστερά από την κοινωνική της βάση.
Επρόκειτο κατ’ ουσίαν για πρόσκαιρες στρατιωτικές μονάδες ασύντακτες, χωρίς πειθαρχία και συνοχή. Σύμφωνα με τον στρατηγό Δ. Ζαφειρόπουλο «απέφευγον τον αγώνα κατά των συμμοριακών μονάδων και κυρίως η δράσις των εστράφη κατά των οπαδών του ΕΑΜ. Ο απολογισμός του έργου των κατά πλειονότητα είναι αυθαιρεσίαι εις βάρος της τάξεως και αντιποίησις της εξουσίας των οργάνων της τάξεως» 3.
Το νήμα που ένωνε τις παρακρατικές αυτές οργανώσεις ήταν η επίκληση του αντικομμουνισμού και της εθνικοφροσύνης, καθώς και η σχέση συνέχειας με τις αντικομμουνιστικές οργανώσεις της Κατοχής. Πίσω από την επίκληση της εθνικοφροσύνης και την προσπάθεια αποφυγής της μεταπολεμικής τιμωρίας υπήρχαν και πιο ταπεινά κίνητρα. Η συμμετοχή σε παρακρατική οργάνωση αποτελούσε ένα μέσο πλουτισμού μέσω της αρπαγής και της λεηλασίας της περιουσίας του αντιπάλου, αν και επεκτάθηκε και στο σύνολο του πληθυσμού.
Η επίδειξη αντικομμουνιστικού ζήλου περιλάμβανε πρακτικές όπως η διαπόμπευση, ο ξυλοδαρμός ή ο βιασμός, ακόμη και αποκεφαλισμό και περιφορά των κομμένων κεφαλών για παραδειγματισμό, αλλά και για να εισπραχθούν τα χρήματα από επικηρύξεις. Λόχοι κυνηγών (κατά το κυνηγοί κεφαλών) σχηματίστηκαν σε όλη την επικράτεια, όπως αυτός του ταγματάρχη Αριστείδη Κρανιά, πρώην διοικητή του 16ου Συντάγματος του ΕΔΕΣ, ή του Γεωργίου Τολιόπουλου, διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Αγρίνιου.
Η τρομοκρατική δράση των συμμοριών δεν στρεφόταν μόνο εναντίον της Αριστεράς και των οπαδών της αλλά και οποιοσδήποτε επιθυμούσε μια δημοκρατική και ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος. Υπόμνημα πέντε ηγετικών προσωπικοτήτων των Φιλελευθέρων (Θεμ. Σοφούλη, Γ. Καφαντάρη, Εμμ. Τσουδερού, Νικ. Πλαστήρα και Αλεξ. Μυλωνά) στις 5 Ιουνίου 1945 συνόψιζε εύγλωττα την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί:
«Αι τρομοκρατικοί οργανώσεις της άκρας δεξιάς, ίων οποίων αι κυριώτεραι είχον οπλισθή εν μέρει υπό των Γερμανών και παντοιοτρόπως συνειργάσθησαν μετ’ αυτών, όχι μόνον δεν αφωπλίσθησαν, όχι μόνον δεν διώκονται, αλλά αναφανδόν συμπράττουν με τα όργανα της τάξεως, προς τελείαν, κάθε δημοκρατικής φωνής, κατάπνιξιν. Ετσι ο μηχανισμός του κράτους ετέθη κατ’ ουσίαν εις την υπηρεσίαν της ωργανωμένης τρομοκρατίας της δεξιάς, (…) Δεν είναι είναι ανάγκη να τονίσωμεν εις ποιον βάραθρον οδηγεί τον τόπον η παράτασις της καταστάσεως αυτής» 4.
Παρά τον κοινό στόχο Λαϊκών και Φιλελευθέρων της αποδυνάμωσης της Αριστερός, υπήρχαν διαφορές στον τρόπο με τον οποίο αυτό μπορούσε να επιτευχθεί. Προϊούσης της σύγκρουσης, ωστόσο, οι διαφορές ανάμεσα στις δύο παρατάξεις ελαχιστοποιήθηκανκαι οι διώξεις της Αριστερός και των οπαδών της θεσμοποιήθηκαν μέσω των δικαστικών διώξεων και της λειτουργίας των έκτακτων στρατοδικείων 5.


Οι παραδοσιακές αστικές δυνάμεις επέδειξαν ανοχή έναντι των παρακρατικών, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την περιστολή του φαινομένου παρά τις διαμαρτυρίες σε εγχώριο και σε διεθνές επίπεδο για την καταστρατήγηση κάθε έννοιας νομιμότητας και την προσπάθεια όχι μόνο πολιτικής αλλά και βιολογικής εξόντωσης της Αριστεράς.

Σε πολλές περιπτώσεις η ανοχή αυτή μετατράπηκε σε οικονομική στήριξη και πολιτική κάλυψη, όπως τεκμηριώνουν νέα στοιχεία που πρόσφατα ήρθαν στην επιφάνεια 6.
Η συμβολή της τρομοκρατικής δράσης των συμμοριών στη νίκη των Λαϊκών στις εκλογές του Μαρτίου 1946 οδήγησε στην επαναχρησιμοποίησή τους, αυτήν τη φορά στο δημοψήφισμα για την επιστροφή του βασιλιά.Σημείωμα του βουλευτή της Ηνωμένης Παράταξης Εθνικοφρόνων (στην οποία μετείχε το Λαϊκό Κόμμα) Χρήστου Ζαλοκώστα, ανθρώπου με στενότατους δεσμούς με το παλάτι, υποδείκνυε τον τρόπο με τον οποίο θα εξασφαλιζόταν η επάνοδος του Γεωργίου Β:

«Με τα χρήματα αυτά θα οργανωθούν εικοσαμελείς συμμορίαι από εθνικόφρονας εντίμους πολίτας υπό αξιωματικόν με πολιτικήν περιβολήν, σκοπόν έχουσαι αφ’ ενός την εξόντωσιν ελάχιστων μεν πλην αρχηγετικών στελεχών των κομμουνιστών δια να παράλυση η όλη αναρχική οργάνωσις δια του αποκεφαλισμού των αρχηγών, αψ’ ετέρου δε την καταδίωξιν των αναρχικών ομάδων της περιφέρειας. Κατά τας εκλογάς απεδείχθη ότι όπου υπήρχε εθνικόφρων ομάς (Σούρλας εις Δομοκόν, Καλαμπαλίκης εις Φάρσαλα, Τσαντούλας εις Καρδίτσαν, Ιωάννου εις Λαμίαν, Μαγγανάς εις Μεσσηνίαν) ο κόσμος εφήφισεν αθρόως το Λαϊκόν Κόμμα, όπου όμως αντιθέτως επεκράτουν κομμουνιστικοί συμμορίας ως εις Τύρναβον, Γρεβενά, Νάουσαν, Πέλλην, Σερβία, ουδείς ετόλμα να ψηφίση και η αποχή ήτο μεγίστη. Προκειμένου του Δημοψηφίσματος είναι προφανής η ανάγκη υπάρξεως ιδικών μας συμμοριών»7.
Οι Βρετανοί, οι οποίοι την περίοδο εκείνη διατηρούσαν σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, ταλαντεύονταν ανάμεσα στην αναγκαιότητα της βίαιης αντιμετώπισης της Αριστεράς και της ανοχής της άκρας δεξιάς ως ένα ειδεχθές αλλά αναγκαίο μέτρο αποτροπής του κομμουνιστικού κινδύνου και από την άλλη της στήριξης μετριοπαθών πολιτικών δυνάμεων προς αποτροπή του χάους που θα προκαλούσαν τα ακραία στοιχεία 8.
Παρά τη φαινομενική ευαισθησία τους στις διακηρύξεις στις οποίες προέβαιναν για την καταστολή της τρομοκρατίας, στην πράξη δεν άσκησαν καμία ουσιαστική πίεση για την περιστολή του

φαινομένου.
Υπόμνημα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας προς την Εξεταστική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών τον Μάρτιο 1947 κατέγραφε τον θλιβερό απολογισμό της τρομοκρατίας που ασκήθηκε από τη δράση συνολικά 32 συμμοριών της Δεξιάς -4 στο Πήλιο, 9 στην περιοχή Ολύμπου και Οσσας, 8 στην περιοχή των Χασίων και Κόζιακα και 11 στα Αγραφα- από τις αρχές του 1945 έως τα τέλη του 1946: επιδρομές και λεηλασίες σε 16 πόλεις και 624 χωριά. 1.059 άντρες και γυναίκες δολοφονήθηκαν και 9.809 βασανίστηκαν. Πάνω από 10.000 φυλακίστηκαν. 2.426 εξορίστηκαν, 474 αναγκάστηκαν να εκπατριστούν και 211 γυναίκες βιάστηκαν 9.

Η ανοχή και η συνέργεια των κρατικών αρχών 
Οι παρακρατικές συμμορίες δρούσαν με την ανοχή της Εθνοφυλακής και της Χωροφυλακής. Η τρομοκρατική τους δράση βασιζόταν όχι μόνο στη δύναμη που τους έδιναν τα όπλα -το μόνο που αφθονούσε στην ύπαιθρο εκείνη την εποχή- αλλά και στην επίγνωση πως όποια παρανομία και αν διέπρατταν θα παρέμενε ατιμώρητη.
Οπως σημείωνε ο στρατηγός Ζαφειρόπουλος. «αι παρακρατικοί οργανώσεις εξήσκουν επιρροήν επί των οργάνων της τάξεως και οικειοποιούντο την εξουσία των»10.

Εκθεση του συνταγματάρχη τότε Πεζικού Νικολάου Παπαδόπουλου, διοικητή της ΙΠ Ορεινής Ταξιαρχίας (Ρίμινι), για τις παράνομες ενέργειες του Μαγγανά στην Καλαμάτα τον Ιανουάριο 1946 σημείωνε «πρέπει να αντικατασταθούν οι δυνάμεις της Χωροφυλακής διότι τα μέλη των Εθνικών οργανώσεων προβαίνουν εις εκνόμους ενέργειας ελαφράς μορφής (sic!) εναντίον εαμικών αφενός δια λόγους αντεκδικήσεως αφετέρου λόγω ανεκτικότητος των κατωτέρων οργάνων της Χωροφυλακής, και τούτο διότι ταύτα έχουν συνδεθή με μέλη των εθνικών οργανώσεων». Ο στρατηγός Γεώργιος Στανωτάς, στρατιωτικός διοικητής Πελοποννήσου, κατέληγε σε παρόμοια συμπεράσματα 11.
Δημοσίευμα της κεντρώας εφημερίδας «Βήμα» (12 Μαΐου 1945) κατέγραφε το δίκτυο της τρομοκρατίας λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα και τις σχέσεις όσων ασκούσαν την τρομοκρατία με τον κρατικό μηχανισμό: «Από Κακοσάλεσι μέχρι Σχηματαρίου δρα ο ανθυπολοχαγός Στέφος Χαράλαμπος, ο οποίος ήτο υπενωμοτάρχης. Διωκόμενος υπό του ΕΑΜ κατετάγη εις τα Τάγματα Ασφαλείας συνεργασθείς στενότατα μετά των Γερμανών, οδηγών τούτους εις κρυσφύγετα των ανταρτών. Προήχθη, άγνωστον πώς εις ανθυπολοχαγόν, τώρα δε υπηρετών εις την Εθνοφυλακήν, συγκροτεί εις τα χωρία μαχητικούς πυρήνας της οργανώσεως X. Εις το Σχηματάρι ώπλισε δεκαπέντε άντρας του ιατρού κ. Παπανδρέου, ούτε δε προβαίνουν εις διώξεις και συλλήψεις πολιτών. Εις Αράχωβαν Βοιωτίας ο οργανωτής της Ε.Ο.Ν. ενωμοτάρχης Μέγας Κόνιτσας, συνεκρότησεν ομάδαν της Βασιλικής Νεολαίας την οποία ώπλισε και η οποία προβαίνει εις συλλήψεις και διώξεις δημοκρατικών πολιτών. Δια τας παρανομίας των ταύτας διεμαρτυρήθη προ μηνάς εις τον Ταξίαρχον κ. Στεργιόπουλον, μεταβάντα εκεί, ο Ταγματάρχης εν τιμητική διαθεσιμότητι κ. Κορίνης Ανδρέας, άνευ όμως ουδενός αποτελέσματος. Εις Αγιον Βλάσιον Λειβαδιάς συνεκροτήθη υπό ενός Ανθ/γου υπηρετούντος εις Λειβαδίαν, ομάς εξ εντοπίων ήτις και ωπλίσθη. Ανήκει δε εις την οργάνωσιν ΠΕΑΝ.
Εις Αντίκυραν Λειβαδείας συνεκροτήθη ομάς υπό τον Παν. Σάρκον ήτις οπλισθείσα δια πιστολίων, άτινα αφήρεσαν από τους αποστρατευθέντας ελασίτας, αντικαθιστά τας αρχάς, προβαίνουσα εις συλλήψεις εντοπίων και διερχομένων ξένων, ους οδηγεί εις την αστυνομίαν Διστόμου. Ας σημειωθεί ότι δεν πρόκειται περί μεμονωμένων περιπτώσεων. Και από άλλας περιφέρειας αι πληροφορίαι παρουσιάζουν ομοίαν την κρατούσαν εις αυτός κατάστασιν, την οποίαν αναγνωρίζει και η ιδία η κυβέρνησις και ιδιαιτέρως ο Υπουργός των Εσωτερικών, και εις τας δηλώσεις των και εις τας ανακοινώσεις των…»
Ο Βρετανός συνταγματάρχης Κ.Μ. Γουντχάουζ, αρχηγός της βρετανικής αποστολής στην Ελλάδα την Κατοχή, συμπέραινε με τη σειρά του ότι οι άντρες της Εθνοφυλακής ήταν αντικομμουνιστές και αγνοούσαν τους νόμους. Οι περισσότεροι αμελούσαν ή και παραβίαζαν τις πολιτικές ελευθερίες τις οποίες είχε θεσπίσει η Συμφωνία της Βάρκιζας και εκτός των περιπτώσεων όπου παρευρισκόταν κάποιος Βρετανός αξιωματικός, δρούσαν με πολιτικό φανατισμό και συναινούσαν, αν δεν συμμετείχαν, στην τρομοκρατία. Σε πολλές περιπτώσεις υπαξιωματικοί και άντρες της Εθνοφυλακής έκαναν κατάχρηση του αξιώματος τους για να ρυθμίσουν τις προσωπικές τους διαφορές, ενώ οι αξιωματικοί δεν επεδείκνυαν τον κατάλληλο ζήλο ή δεν είχαν τη δυνατότητα να τους ελέγξουν 12.
Αυτό βέβαια που παραλείπουν οι Βρετανοί στις εκθέσεις τους ήταν ότι είχαν πλήρη γνώση της μονόπλευρης δράσης της Εθνοφυλακής καθώς σε κάθε Τάγμα υπήρχε μονάδα Βρετανών συνδέσμων (British Liaison Unit) αφού οι Βρετανοί θεωρούσαν ότι οι ελληνικοί στρατιωτικοί σχηματισμοί ήταν αδύνατο να λειτουργήσουν πριν περάσει μια χρονική περίοδος συμβουλών και καθοδήγησης 13.
Η μονόπλευρη τακτική της Εθνοφυλακής απέναντι στο ΕΑΜ έπαιρνε διάφορες μορφές: συλλήψεις μελών και στελεχών με στερεότυπες κατηγορίες ή χωρίς ένταλμα, παρακώλυση της λειτουργίας των ΕΑΜικών οργανώσεων, επιθέσεις εναντίον του ΕΑΜικού Τύπου και συγκέντρωση πληροφοριών για όλους όσοι είχαν συμμετάσχει στην ΕΑΜική Αντίσταση. Μόλις η Εθνοφυλακή προωθούνταν σε ένα χωριό έκανε, κατά την πρακτική των Γερμανών, μπλόκο καλώντας όλους τους κατοίκους στην πλατεία, όπου οι επονομαζόμενοι εθνικιστές υποδείκνυαν όλους όσοι υπήρξαν μέλη ή είχαν συνεργαστεί με το ΕΑΜ, ενώ ακολουθούσαν συλλήψεις και ξυλοδαρμοί 14.
Από τον Ιούνιο 1945, αρμόδια για την «εμπέδωση της ασφάλειας και της τάξης» σταδιακά κατέστη η Χωροφυλακή. Κατά την εκτίμησή της «αι πλείσται των λαμβανουσών χώραν επιθέσεις κατά κομμουνιστών είναι έργα αυτών των ιδίων, συνιστάμενα εις το να παρουσιάσωσι την Χώραν ως αναρχούμενην, τας Εθνικιστικάς οργανώσεις ως τρομοκρατικάς και τας αρχάς ως ευνοούσας τας πράξεις των» 15.Με άλλα λόγια οι κομμουνιστές ήταν αυτοί που και σκηνοθετούσαν τις επιθέσεις και υφίσταντο τις συνέπειες τους (sic!).
Βίος και πολιτεία Γρηγόρη Σούρλα 
Η πιο γνωστή παρακρατική συμμορία ήταν αυτή του Γρηγόρη Σούρλα η οποία έδρασε στη Δυτική Θεσσαλία. Ο χώρος δράσης δεν ήταν τυχαίος. Η Θεσσαλία αποτελούσε στην Κατοχή ένα από τα προπύργια του ΕΑΜ. Ο εύφορος κάμπος της ήταν καίριας σημασίας για τον επισιτισμό του αντάρτικου στρατού ΕΛΑΣ. Εκεί δόθηκε εξάλλου και η μάχη της σοδειάς. Γι’ αυτό στην περιοχή εμφανίστηκαν δωσίλογες οργανώσεις, όπως τα ΕΑΣΑΔ και στη συνέχεια παρακρατικές συμμορίες οι οποίες έλεγχαν εκτός από την παραγωγή και τις διαδρομές από και προς τον θεσσαλικό κάμπο. Γι’ αυτό τον λόγο έστησαν το αρχηγείο τους σε συγκοινωνιακούς κόμβους, όπως ο σιδηροδρομικός σταθμός του Δεμερλί (σημ. Σταυρός Φαρσάλων).
Ο Γρηγόρης Σούρλας, Σαρακατσάνος, παραδοσιακός ληστής προπολεμικά, αφού έκανε ένα σύντομο πέρασμα ως αυτοτελής καπετάνιος της ομάδας του ταγματάρχη Κωστόπουλου κατά τη διάρκεια της Κατοχής φέρεται να πρωταγωνιστεί στη συγκρότηση ένοπλης οργάνωσης του ΕΔΕΣ στην περιοχή των Φαρσάλων.


image015

Η οργάνωσή του διαλύθηκε από τον ΕΛΑΣ, όπως και οι άλλες οργανώσεις του ΕΔΕΣ εκτός Ηπείρου, τον Οκτώβριο 1943, με την έναρξη των συγκρούσεων ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ στην Ηπειρο. Προς το τέλος της Κατοχής ο Σούρλας, όπως και άλλοι ΕΔΕΣίτες, φέρεται να προσχωρεί στον ΕΑΣΑΔ (Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης), οργάνωση χρηματοδοτούμενη και εξοπλισμένη από τους Γερμανούς 16. Συνέχισε ωστόσο να διατηρεί σχέσεις με τον ΕΔΕΣ και τον αρχηγό του Ναπολέοντα Ζέρβα, όπως διαφαίνεται από την καταγραφή στο ημερολόγιο του Ζέρβα, με τον οποίο ανταλλάσσει επιστολή με ημερομηνία 29 Απριλίου 1944 17.
Λίγο πριν από τη γερμανική υποχώρηση, τα ΕΑΣΑΔ, αφού για μήνες τρομοκρατούσαν την περιοχή, συγκεντρώθηκαν υπό τον Σούρλα στο χωριό Δεμερλί στη μέση του θεσσαλικού κάμπου για να προσφέρουν την τελευταία τους υπηρεσία στους Γερμανούς πάτρονές τους. Η τοποθέτησή τους πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή που συνέδεε την Αθήνα με τη Θεσσαλονίκη και τη δυτική Θεσσαλία στόχευε να προστατέψει τη γερμανική υποχώρηση από τις επιθέσεις του ΕΛΑΣ στη σιδηροδρομική γραμμή και στην περιοχή της Γούρας (Ορθρυς). Αυτές τις ομάδες διέλυσε ο ΕΛΑΣ, με ταυτόχρονη επίθεσή του στον σιδηροδρομικό σταθμό του Δεμερλί και στη φρουρά των Φαρσάλων 18.
Για τη δράση του στις γραμμές των συνεργαζομένων με τους Γερμανούς ΕΑΣΑΔ ο Σούρλας παραπέμφθηκε επανειλημμένα στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων Λάρισας, όπως καταδεικνύουν τα υπ. αριθμ. 221,222,223/25 Οκτωβρίου 1946 πρακτικά του δικαστηρίου. 19

Μετά την Απελευθέρωση ο Σούρλας ακολούθησε τη συνήθη πορεία όσων ηγήθηκαν παρακρατικών συμμοριών. Η συμμορία του αποτελούμενη από 14 άτομα έκανε την εμφάνισή της στην περιοχή Αλμυρού και Φαρσάλων στις αρχές Φεβρουάριου 1945, πριν ακόμη από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας 20. Δύο ημέρες ύστερα από την εγκατάσταση των κυβερνητικών αρχών στα Φάρσαλα, ο Σούρλας με την ομάδα του εισήλθαν πανηγυρικά στα Φάρσαλα και άρχισαν να «διαφεντεύουν» την περιοχή. Ενα από τα γνωστότερα «κατορθώματα» του είναι η απαγωγή, στις 24 Απριλίου 1945, του εισαγγελέα Πρωτοδικών Λάρισας Χρ. Πατακιά.
Πολυάριθμα ήταν τα περιστατικά τρομοκρατίας που καταγράφηκαν σε στρατιωτικά έγγραφα, αναφορές, υπομνήματα, βρετανικές εκθέσεις, προφορικές και γραπτές μαρτυρίες. Η πλούσια τρομοκρατική του δράση ανάγκασε στις 17 Ιανουάριου 1946 τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Σπόρο Μερκούρη να μεταβεί στη Λάρισα για να επιβλέψει αυτοπροσώπως τις ενέργειες της Χωροφυλακής 21.


ima
Ο δημοσιογράφος Κώστας Βιδάλης και η συμμορία Σούρλα που τον σκότωσε συνοδευόμενη από τον Βρετανό αξιωματικό «Τζόρτζ» Μίλερ

Η κατάσταση στη Θεσσαλία ώθησε τον πολιτικό συντάκτη του «Ριζοσπάστη» Κώστα Βιδάλη να μεταβεί στον θεσσαλικό κάμπο για να κάνει επιτόπια έρευνα για τις συνθήκες που επικρατούσαν εκεί. Στις 14 Αυγούστου ο Βιδάλης συνελήφθη στο χωριό Μέλια λίγα χιλιόμετρα από τη Λάρισα από τη συμμορία του Σούρλα. Υστερα από βασανιστήρια με υπόδειξη του Μίλερ που παρακολουθούσε το περιστατικό και με τη συνενοχή των κρατικών αρχών ο Βιδάλης δολοφονήθηκε. Η είδηση συγκλόνισε την Ελλάδα και τη δημοκρατική διεθνή κοινή γνώμη. Το περιστατικό καταγγέλθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Τις παραμονές του δημοψηφίσματος για την επιστροφή ή όχι του βασιλιά Γεωργίου Β’ μια βρετανική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία από βουλευτές όλων των κομμάτων, αφού συγκέντρωσε πλήθος αποδεικτικών στοιχείων, κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:
«Σε μερικά μέρη της Θεσσαλίας, ιδιαίτερα στο τρίγωνο Λάρισα – Βόλος- Φάρσαλα, οι ένοπλες δεξιές ομάδες λειτουργούν με άκρα τόλμη. Μια ημέρα του Αυγούστου, ένας περιβόητος δεξιός συμμορίτης, ονόματι Σούρλας, μπήκε στην ίδια πόλη της Λάρισας, την έδρα του Β’ Σώματος του Ελληνικού Στρατού και έμεινε εκεί αρκετό χρόνο χωρίς να συλληφθεί. Μια άλλη μέρα ο πολιτικός συντάκτης του «Ριζοσπάστη» Βιδάλης απήχθη από βαγόνι του σιδηροδρόμου κοντά στον Βόλο από συμμορίτες και εκτελέστηκε παρουσία, όπως λέγεται, χωροφυλάκων. Καθ’ όσον γνωρίζει η αντιπροσωπεία δεν έγιναν συλλήψεις Αυτές οι ένοπλες συμμορίες έχουν, όπως φαίνεται, την ανοχή της κυβέρνησης και δεν γίνεται καμιά προσπάθεια να παταχθούν.
Αν και ορισμένοι κύκλοι ισχυρίζονται ότι στόχος τους είναι να εμποδίσουν την εξάπλωση του κομμουνισμού, το γεγονός είναι ότι δεν συμπλέκονται με τις κομμουνιστικές συμμορίες αλλά ασχολούνται με την κατατρομοκράτηση των χωριών και εκβιάζουν πληρωμές από όποιον είναι αρκετά πλούσιος για να μπορεί να πληρώσει. Στην περιοχή νοτίως της Λαμίας μας είπαν ότι ο ηγέτης της Δεξιάς επιβάλλει φόρο 10% στη σοδειά της περιοχής. Αν και η οπλοφορία είναι παράνομη, ο σχετικός νόμος εφαρμόζεται μόνο κατά των μελών της Αριστεράς. Σε μερικές περιφέρειες της Θεσσαλίας η κυβέρνηση η ίδια προμηθεύει όπλα στους πολίτες οπαδούς της». 22
Με το ΚΘ’ ψήφισμα της 14ης Σεπτεμβρίου 1947 «περί αμνηστίας παραδιδομένων στασιαστών», ο τυπικά επiκηρυγμένος Σούρλας παρουσιάστηκε «αυθόρμητα» στις αρχές και αμνηστεύθηκε για τα αδικήματα που «σχετίζονται, οπωσδήποτε, με τη συμμοριακή ή αντισυμμοριακή δράση». Η συμμορία του, όπως και άλλες παρακρατικές συμμορίες, παρόλο που τυπικά διαλύθηκε, κατ’ ουσίαν μετασχηματίσθηκε σε παραστρατιωτική οργάνωση, με επικουρική δράση προς τον Εθνικό Στρατό, προσφέροντας από νόμιμο πια μετερίζι υπηρεσίες στον «αντισυμμοριακό» αγώνα.
Τηλεγράφημά του υπουργού Δημοσίας Τάξεως Κ. Ρεντη προς τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και αρχηγό των Λαϊκών Κ. Τσαλδάρη είναι ενδεικτικό της ενσωμάτωσης -ακόμη και διαβόητων παρακρατικών- στον κρατικό μηχανισμό 23.
Τα δε μέλη των παρακρατικών συμμοριών συνέχισαν επί μακράν να καρπώνονται τα οφέλη της αντικομμουνιστικής τους δράσης. Εγγραφο του υφυπουργού, γενικού διοικητή Θράκης Ν. Παναγιωτόπουλου προς το υπουργείο Στρατιωτικών στις 26 Μαρτίου 1949 αφού αναφέρεται στα σχετικά με την οργάνωση ΕΣΕΑ (Ενωσις Συμπολεμιστών Εθνικού Αγώνος) Ακριτών, στη δράση της στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη και στον Τσαούς- Αντών, καταγράφει: «Η αναρχία η οποία επικρατεί εις όσα χωρία οι οπαδοί της ως άνω οργάνωσης επικρατούν με άλας αυτής τας συνέπειας. Ως παράδειγμα αναφέρω το χωριό Κρηνίδες [όπου ήταν αγροφύλακας και έδρασε στην Κατοχή ο Τσαούς-Αντών] εις το οποίον έχουν συρρεύσει διάφορι τοιούτοι οίτινες αυθαιρέτως και άνευ ουδεμίας αδείας, περιφρονούντες τας εκάστοτε απαγορευτικάς διαταγάς της Γεωργικής Υπηρεσίας και του Επικοισμού καταλαμβάνουν ξένα οικόπεδα και κτίζουν επ’ αυτών, κατέλαβον και καλλιεργούν εκατοντάδες στρεμμάτων γης των Φιλίππων εν ω οι παλαιοί κάτοικοι του χωρίου περιδεείς αδυνατούν όχι μόνο να αναβράσουν αλλά ούτε να καταγγείλουν τας υπερβασίας, μόνον εις τον Μητροπολίτην Καβάλας ετόλμησαν να παραπονεθούν και διεκτραγωδήσουν την κατάστασή των.
Οταν δε τοπογραφικά συνεργεία κατόπιν αποφάσεως Διευθύνσεως Επικοισμού Βορείου Ελλάδος ετόλμησαν να εισέλθουν εις την επικράτειάν του δια να καταμετρήσουν και να κατανείμουν την έκτασιν αυτήν εις τους δικαιούχους, ως έπραξαν δια όλην την έκτασιν της πεδιάδος αυτής, εξεδιώχθησαν εκείθεν υπό ενδιαφερομένων φερόντων δυστυχώς την στολήν του Ελληνος αξιωματικού»24.
Ο γεννημένος στον Πόντο Τσαούς-Αντών (Αντώνιος Φωστερίδης), αρχηγός αντικομμουνιστικής ομάδας στο Τσαλ-Νταγ στην Ανατολική Μακεδονία βγήκε στον Εμφύλιο επικεφαλής δικής του ομάδας, αρχικά στη Θράκη και το 1947 στην Ανατολική Μακεδονία.
image027
Τον Αύγουστο 1948 ονομάστηκε αντισυνταγματάρχης πυροβολικού του Εθνικού Στρατού και διοικητής του Τάγματος Φωστερίδη, στο οποίο στρατολογήθηκαν μέλη των ομάδων του. Το 1952 μεταπήδησε στην πολιτική και εκλέχθηκε βουλευτής Δράμας με τον Εθνικό Συναγερμό του Παπάγου 25.
Την ίδια πορεία ακολούθησαν και άλλοι οπλαρχηγοί οι οποίοι αφού απέσεισαν μέσω της αντικομμουνιστικής τους δράσης το στίγμα του δωσιλογισμού επιδόθηκαν σε έναν αγώνα αναγνώρισης της «αντιστασιακής» τους δράσης και ακολούθησαν πολιτική καριέρα 26.
Για άλλους, όπως για τον Γρηγόρη Σούρλα, η αναγνώριση της ιδιότητας του αντιστασιακού ως επιβράβευση της ευδόκιμου υπηρεσίας του καθυστέρησε έως τη χούντα 27.
Παρακρατικοί «εγνωσμένων κοινωνικών φρονημάτων» 28 παίζοντας το χαρτί του εθνικισμού και του αντικομμουνισμού επωφελήθηκαν παντοιοτρόπως από ας παροχές του μετεμφυλιακού κράτος το οποίο δομήθηκε πάνω στην τρομοκρατία και τον πολύπλευρο -θεσμικό πια- αποκλεισμό των πολιτικών τους αντιπάλων.
Παραπομπές
1. Ο νόμος 4229/1929 της κυβέρνησης Βενιζέλου, γνωστός ως Ιδιώνυμο, τιμωρούσε τη δραστηριότητα κατά του κρατούντος κοινωνικού συστήματος. Διατηρήθηκε εν ισχύ επί Μεταξά και στον Εμφύλιο, στέλνοντας στο εκτελεστικό απόσπασμα εκατοντάδες αγωνιστές της Αριστεράς.


Μ. Λυμπεράτος, Στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου. Κοινωνική πόλωση, Αριστερά και αστικός κόσμος στη μεταπολεμική Ελλάδα. Από τα Δεκεμβριανά στις εκλογές του 1946, Αθήνα: Βιβλιόραμα 2006, σ. 268.

Δ. Ζαφειρόπουλος, Ο αντισυμμοριακός αγών, Αθήναι 1956, σ. 154.
4 Η. Νικολακόπουλος, Η καχεκτική δημοκρατία. Κόμματα και βουλευτικές εκλογές 1946-1967, Πατάκης 1992.
5 Θ. Σφήκας, Πόλεμος και Ειρήνη στη Στρατηγική του ΚΚΕ, 1945-1949, Αθήνα: Φιλίστωρ 2001, σ.74-75.
6 Ιδρυμα Κ. Καραμανλή, Αρχείο Κ. Τσαλδάρη, φ. 23/2β, «Επιστολή Χ.Ι. Κούσουλα, πρώην Νομάρχη Σάμου προς Κ. Τσαλδάρην», Αθήνα 25 Νοεμβρίου 1947.
7 Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχείο τέως Βασιλικών Ανακτόρων, φ. 439, «Σημείωμα επί της δημοσίας τάξεως την 6η Ιουλίου 1946». Τ. Κωστόπουλος, «0 στρατός φάντασμα της εθνικοφροσύνης», Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 17 Μαΐου 2009.
8 Θ. Σφήκας, Οι Αγγλοι Εργατικοί και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα. Ο ιμπεριαλισμός της «Μη επέμβασης», Αθήνα: Φιλίστωρ 1997.
Οι πραγματικές αιτίες του ελληνικού δράματος, Εκδ. Τμήματος Διαφωτίσεως Κ.Ε. ΕΑΜ, Αθήναι 1947 (ανατύπωση στο Από τη Βάρκιζα στο Λιτόχωρο. 3 Λευκές Βίβλοι του ΕΑΜ, εκδ. Ποντίκι 1998).
10 Ζαφειρόπουλος, ό.π., σ. 154 και 161.
11 Στο ίδιο, 0.154-155.
12 PRO [Βρετανικά Εθνικά Αρχεία], F0 [Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών] 371/48279, «Εκθεση συνταγματάρχη Γουντχάουζ προς τη βρετανική πρεσβεία Αθηνών: Κατάσταση στην Πελοπόννησο», 11 Αυγούστου 1945.
13 2 PRO, W0 [Αρχείο του υπουργείου Πολέμου] 204/1880.
14 Β. Λάζου, «Η συγκρότηση και η δράση της Εθνοφυλακής. Νοέμβριος 1944-Σεπτέμβριος 1945: Η περίπτωση της Λαμίας», Κλείω, 2006/3, σ. 63-95.
15 Ενδεικτικά: ΓΑΚ Φθιώτιδας, Αρχείο Πρωτοδικείου Λαμίας, Διοίκησις Χωροφυλακής Λαμίας, «Περί λαβόντων χώραν αδικημάτων εις βάρος Αντωνίου Τ. και Κωνσταντίνου Ε. κατοίκων Λαμίας», 13 Ιουλίου 1945.
16 Β. Λάζου και Δ. Σκαλτσής, «Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ), Οι πρόθυμοι συνεργάτες των Γερμανών», στο Σ. Δορδανάς, Β. Λάζου, Β. Τζούκας, Λ. Φλιτούρης (επιμ.), Κατοχική βία 1939-1945. Η ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία, Αθήνα: Ασίνη 2016, σ. 91-148.
17 Ημερολόγιο Στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα, 1942-1945, εισαγωγή – σημειώσεις Β. Τζούκας, Αθήνα: Ωκεανίδα 2013, σ. 498.
18 Γενικό Επιτελείο Στρατού/Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αρχεία Εθνικής Αντίστασης, τόμ. 4 (Εθνικός Στρατός ΕΛΑΣ, XVI Ταξιαρχία, 27/8/1944), σ. 198.
19 Παρατίθεται στο Σ. Παπαγιάννης, Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης. Τα Τάγματα Ασφαλείας της Θεσσαλίας, Σόκολη 2007, σ. 291.
20 Εφημερίδα Αναγέννηση Βόλου, 7 Φεβρουάριου 1945.
21 Λίπερ [Βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα) προς F0 [Βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών] 26 Ιανουαρίου 1946
22 Foreign Office, Report of the British Parliamentary Delegation to Greece. August 1946 (HMSO, London 1947).
23 Ιδρυμα Κ. Καραμανλή, Αρχείο Κ. Τσαλδάρη, φ.32 «1948. Πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα».
24 Ιδρυμα Κ. Καραμανλή, Αρχείο Κ. Τσαλδάρη, φ.39/40, υποφ.ιβ, «Υφυπουργός Γενικός Διοικητής Θράκης προς το Υπουργείο Στρατιωτικών». Κομοτηνή, 26 Μαΐοιι 1949.
25 Αναλυτικά Τάσος Χατζηαναστασίου, Αντάρτες και Καπετάνιοι, Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη 2003.
26 Στρατός Δορδανάς, Η Γερμανική Στολή στη Ναφθαλίνη. Επιβιώσεις του Δοσιλονισμού στη Μακεδονία, 1945-1974, Αθήνα: Εστία 2011.
27 ΓΕΣ/ ΔΙΣ, «ΕΑΟ Εθνικιστών Θεσσαλίας. Γενικός Αρχηγός Σούρλας Γρηγόριος εκ Φαρσάλων», φάκ. 31/1/29, Αθήνα, 15 Απριλίου 1970
28 Βασίλης Γούναρης, Εγνωσμένων Κοινωνικών φρονημάτων. Κοινωνικές και άλλες όψεις του αντικομμουνισμού στη Μακεδονία του εμφυλίου πολέμου, Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής 2003.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Επιχείρηση Γοργοπόταμος: Μύθοι και αλήθειες...

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΛΑΜΠΟΥΣΑΣ

Οι «αμαζόνες» της Θεσσαλίας