Στην «αόρατη στρατιά» της ΕΠΟΝ και η Τασούλα Τζώνη.
«Ανάξιος
όποιος ξάφνου ακούει/ το προσκλητήριο των καιρών/ να το φυσάει ή να το
κρούει/ σάλπιγγα ή τύμπανο, τ' ακούει/ και δε λέει "παρών!"». Κωστής
Παλαμάς
Του Περικλή Καπετανόπουλου*
«Έφυγε»
από τη ζωή στα 91 της χρόνια η αγωνίστρια της ΕΑΜικής Αντίστασης,
Τασούλα Τζώνη, μια εμβληματική μορφή του ανυπότακτου λαού της Αθήνας.
Συμμετείχε
στο συλλαλητήριο στις 4 Δεκεμβρίου του 1944 και εικονίζεται στην
εμβληματική φωτογραφία να κρατάει το πανό με το σύνθημα «Όταν ο λαός
βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή
τα όπλα».
Mπροστά
στην απρόκλητη βία των Εγγλέζων και των πρώην συνεργατών των Γερμανών,
για να γονατίσουν τον λαό της ανυπότακτης Αθήνας, δεν δίστασε, ούτε μια
στιγμή. Σήκωσε το λάβαρο και μπήκε μπροστά.
Σε
όλη την Κατοχή αγωνιζόταν για την λευτεριά της Πατρίδας, την κοινωνική
δικαιοσύνη, για την πρόοδο του τόπου. Ανήκε στο στρατόπεδο της προόδου,
και αγωνιζόταν μαζί με εκατομμύρια ανθρώπους στην Ελλάδα, σε μια
αδιάκοπη και επίπονη πορεία για γίνει καλύτερη και κοινωνικά δίκαιη η
ανθρώπινη κοινωνία.
Άλλωστε
η λέξη αυτή, η πρόοδος, συμβολίζει ιδέες και θεσμούς που, αποτελούν το
επόμενο στάδιο στην εξέλιξη μιας κοινωνίας. Μαζί με την Τασούλα Τσώνη,
δεκάδες χιλιάδες νέοι εκείνη την εποχή, έκαναν την ίδια επιλογή, και
οργανώθηκαν στην θρυλική ΕΠΟΝ.
Απέναντι
σε αυτό το ρωμαλέο και γιγαντιαίο λαϊκό κίνημα της ΕΑΜικής Εθνικής
Αντίστασης στάθηκε ότι πιο μουχλιασμένο και σάπιο γέννησε τούτος ο
τόπος.
Είναι
αυτοί που επέλεξαν να υπηρετήσουν το κατοχικό κρατικό μηχανισμό,
συνεργάστηκαν με τους καταχτητές, ή το έριξαν στη «μαύρη αγορά».
Ο
λαός που μάτωνε και αγωνιζόταν τους ονόμασε μαύρη αντίδραση. «Λούφαξαν»
σε όλη την διάρκεια της Κατοχής, μακριά από εθνικοαπελευθερωτικές
οργανώσεις και τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά των κατακτητών.
Η λέξη Αντίσταση ήταν διαγραμμένη από το λεξιλόγιο τους.
Αντίθετοι
σε κάθε πολιτική αλλαγή, πιστοί υπηρέτες του κατεστημένου, οι
περισσότεροι είχαν λαϊκή καταγωγή, αλλά δεν είχαν συνείδηση.
Αυτοί
οι άνθρωποι προέβαλαν τις παλιές και μουχλιασμένες απόψεις τους σε κάθε
ευκαιρία, ενώ αρέσκονταν να αυτοαποκαλούνται «ελεύθεροι άνθρωποι»,
«αδέσμευτοι» καθώς δεν μετείχαν σε κομματικό σχηματισμό και κυρίως στο
Κόμμα.
Κάποιοι μάλιστα έγραφαν και σε κύκλους φιλολογικούς επιδίδονταν σε απαγγελίες και αναγνώσεις κειμένων.
Ακολουθούσαν τις «δέκα» εντολές για το πώς να περνάς εσύ καλά, κι ας καίγεται ο τόπος γύρω σου
Αρνήθηκαν
να υπηρετήσουν συλλογικά οράματα, ήταν «πολύ ξεπερασμένα» για αυτούς,
αυτά ήταν μόνο για τον «κοσμάκη», όπως υποτιμητικά έλεγαν.
Απέφευγαν όπως ο «διάολος το λιβάνι» την συνάντηση με ότι πιο προοδευτικό έχει γεννήσει μέχρι σήμερα η ανθρώπινη σκέψη.
Δεν καταδέχτηκαν να ρίξουν ούτε μια ματιά στην περίφημη μπροσούρα του Δημήτρη Γληνού «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ».
Ο δάσκαλος και αγωνιστής Γληνός άφησε τη σφραγίδα του στο προοδευτικό, δημοκρατικό και το κομμουνιστικό κίνημα της χώρας μας.
Η
πορεία του Δημήτρη Γληνού είναι μια συνεχής πορεία «όλο προς τα
αριστερά», όπως έλεγε ο ίδιος, ενώ αυτοβιογραφούμενος τόνιζε ότι η
ιδεολογική του διαδρομή ήταν «από τον Μιστριώτη στον Λένιν».
Οι αντιδραστικοί όμως, ή αν σας σοκάρει η λέξη, οι συντηρητικοί, έβαζαν
ετικέτες σε όσους στέκονται συνεπείς σε προοδευτικές ιδέες για την
οικοδόμηση ενός καλύτερου κόσμου.
Τους
ονόμαζαν «φανατικούς», ενώ αυτοί ήταν οι «μετρημένοι» που κρατούσαν
πάντα «πισινή» και ήταν ευπροσάρμοστοι σε κάθε αλλαγή, όπως οι
χαμαιλέοντες.
Στη
γνωστή φωτογραφία, τους διαδηλωτές του ΕΑΜ δεν τους πυροβόλησαν μόνο οι
γνωστοί δοσίλογοι της Κατοχής και η Αστυνομία, με εντολή των Εγγλέζων
και του Γ.Παπανδρέου.
Την
σκανδάλη τράβηξαν και οι «κυρ-παντελήδες» όπως θαυμάσια του περιγράφει
στο γνωστό τραγούδι του ο αείμνηστος Πάνος Τζαβέλας, αγωνιστής της
Εθνικής Αντίστασης και του ΔΣΕ.
Ήταν
όλοι αυτοί οι «καθωσπρέπει» που από τα καφενεία και τις ταβέρνες,
ασκούσαν κριτική σε αυτούς που πρότασσαν τα νιάτα τους στη βαρβαρότητα,
με τίμημα, πολλές φορές και την ίδια τους τη ζωή.
Στο νεκροταφείο της Καλλιθέας συνόδεψαν την Τασούλα Τζώνη σύντροφοι, συναγωνιστές και φίλοι.
Στην
Κατοχή η νεαρή ΕΠΟΝίτισσα μαζί με χιλιάδες άλλους νέους, ακολούθησε το
δρόμο του αγώνα και του πατριωτικού καθήκοντος, με όπλο την «χρυσή της
νιότης πανοπλία» που της έδωσε το πολύ ακριβό συναίσθημα, πως όταν
χρειάστηκε είπε παρών! Δεν κρύφτηκε ούτε αδιαφόρησε!
Ευλογημένη γενιά σας χρωστάμε ευγνωμοσύνη γιατί εσείς πολλά μας προσφέρατε.
Εσείς σηκώσατε το ντουφέκι ενάντια στον κατακτητή, εσείς στα ξερονήσια και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ήρθατε
αντιμέτωποι με το φθόνο του στρατοδίκη, το ρόπαλο του χωροφύλακα, το
λεπίδι του ταγματασφαλίτη, τα ύπουλα χτυπήματα του χαφιέ, την αδιαφορία
του βολεμένου.
Εσείς ανοίξατε πλατιές λεωφόρους για να βαδίσουμε εμείς...
Στη φωτογραφία διακρίνετε πρώτη από αριστερά η Τασούλα Τζώνη κρατώντας το πανο του ΕΑΜ.
*Ο Περικλής Καπετανόπουλος είναι δημοσιογράφος-ιστορικός
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου