Πεθαίνω περήφανος γιατί γεννήθηκα Έλληνας και γιατί πεθαίνω Επονίτης
23 Απριλίου 1944: Το ολοκαύτωμα των Μουζακάτων
Απρίλης 1944: Στα δυο ηρωϊκά νησιά μας επικρατεί ολοκληρωτικά η ναζιστική γερμανική διοίκηση ήδη από τα τέλη του Σεπτέμβρη και τις αρχές του Οκτώβρη του 1943, έπειτα από τον πρωτοφανή σε έκταση και μεγέθη εξολοθρεμό των μονάδων και σωμάτων της Ιταλικής Μεραρχίας Aqcui, μετά την προηγηθείσα Ιταλογερμανική σύρραξη και με μέσα και τρόπους αυτόχρημα θηριώδεις.
Διοικητής στο νομό μας από τον Οκτώβρη 1943 είχε αναλάβει ο ταγματάρχης Spiteller, σημαίνον στέλεχος του ναζιστικού κόμματος, ο οποίος τότε -Απρίλης 1944- βρισκόταν στη Βιέννη για θεραπεία τραύματος στο μάτι που είχε δεχθεί κατά τη διάρκεια ασκήσεων των ανδρών του με πραγματικά πυρά. Αναπληρωτής διοικητής ανέλαβε ο ταγματάρχης Nennstiel. Διοικητής της Γκεστάπο ήταν ο Φύριγκ.
Σ’ αυτή την κατάσταση με τα μεγάλα προβλήματα και τις αξεπέραστες, πολλές φορές δυσχέρειες, οι οποίες είχαν διογκωθεί μετά την ιταλογερμανική σύρραξη, στην Εθνική Αντίσταση του νομού μας, εκπροσωπούμενη αποκλειστικά από τις Εαμικές οργανώσεις, επιβαλλόταν άμεσα το εθνικοαπελευθερωτικό καθήκον να δραστηριοποιηθούν στο έπακρο προς αντιμετώπιση προβλημάτων και δυσχερειών που δημιουργήθηκαν με τη νέα των πραγμάτων κατάσταση. Χάρις στην ακάματη δραστηριότητά τους, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόλουθες της ιστορικής παρακαταθήκης των Ριζοσπαστών, πέτυχαν ο λαός στη μεγίστη του πλειοψηφία, να πυκνώνει καθημερινά και μαζικά τις τάξεις τους, έτσι που στο πρώτο τρίμηνο, Γενάρης-Μάρτης 1944, να έχει θεμελιωθεί σε γερές αντιστασιακές βάσεις ένας πρωτοφανέρωτος Πανεαμισμός στο νομό μας, με το αντιπάλεμα με τους κατακτητές μας συνεχώς αυξανόμενο σε ποσότητα και ποιότητα.
Αυτό ακριβώς το αντιστασιακό του λαού μας αντιπάλεμα και η αντιστασιακή εθνικο-απελευθερωτική του δράση με μπροστάρηδες την ηγεσία, τα μέλη, τους οπαδούς και τους φίλους των Εαμικών οργανώσεων κατατρόμαξε τους Γερμανούς και τη διοίκησή τους, η οποία άρχισε να παίρνει κατασταλτικά ενάντιά τους μέτρα, ήδη από τον Γενάρη του 1944, με κορύφωσή τους, τότε, Απρίλη 1944.
Τότε, από τις αρχές του Απρίλη και ως το τέλος του, η Γερμανική διοίκηση του νομού μας, έντρομη από το συνεχώς ογκούμενο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και της μαζικοποίησής του, αποφάσισε να δράσει αποτελεσματικά επιφέροντας καίρια κτυπήματα: με τις συλλήψεις ηγετικών στελεχών των Εαμικών Οργανώσεων και του Εργατικού Κέντρου στις 7 Απρίλη 1944. Με την εφόρμηση και το μπλόκο στο ηρωϊκό χωριό Αργίνια στις 15 Απρίλη 1944 και συλλήψεις ανήμπορων πατριωτών. Και τέλος, και προ πάντων, κατά της βασικότερης και ηρωϊκότερης εθνικοαντιστασιακής εστίας του νομού μας, τα Μουζακάτα, χωριό στο οποίο για τον ηρωισμό του συνόλου των κατοίκων του και τις πρωτοπόρες μεγάλες προσφορές και υπηρεσίες του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, πήρε από το λαό μας επάξια την προσωνυμία «Μικρό Σούλι».
Αυτό το «Μικρό Σούλι» εκπροσωπούσε σε όλο το νομό μας τη μοναδική εθνικοαπελευθερωτική εστία της Ελεύθερης Κεφαλλονιάς. Ήταν αυτόχρημα αυτή η Ελεύθερη Κεφαλλονιά. Σε αυτό το ηρωϊκό χωριό με τις παρακαταθήκες που κληρονόμησε από τους Ριζοσπάστες κατά του αγγλικού προτεκτοράτου στα νησιά μας, ήδη από τα μέσα του Νοέμβρη του 1943 είχε εγκαταστήσει την έδρα του το αρχηγείο του μόνιμου ΕΛΑΣ, αλλά και του εφεδρικού, του οποίου ένα από τα ηγετικά στελέχη του υπήρξε και ο Αστραπόγιαννος -Γεράσιμος Γρηγοράτος-, γέννημα και θρέμμα των Μουζακάτων.
Σε αυτό το χωριό έβρισκαν ασφαλές καταφύγιο στελέχη των Εαμικών Οργανώσεων σε συσκέψεις τους για τη μελέτη της εκάστοτε κατάστασης και τη λήψη αποφάσεων. Ήταν το στέκι στελεχών και μελών τα οποία, από αυτό ξεκινούσαν και σκόρπιζαν στα χωριά και στις πόλεις του νομού μας για να καθοδηγήσουν το λαό στον αγώνα του.
Σε αυτό το χωριό τέλος, είχε συνέλθει στις 22 Απρίλη του 1944 η παγκεφαλληνιακή συνδιάσκεψη γυναικών για τη μελέτη των ειδικοτέρων προβλημάτων τους και την εκλογή του καθοδηγητικού τους οργάνου για όλο το νομό. Για όλα αυτά, και άλλα πολύτιμα για τον αγώνα, η γερμανική διοίκηση στράφηκε με λύσσα ενάντια στο χωριό με την απόφασή της να φέρει σε αυτό καίριο και αποφασιστικό πλήγμα προς πλήρη εξαφανισμό του από το γεωγραφικό χάρτη του νησιού.
Για την εκτέλεση αυτής της απόφασης η γερμανική διοίκηση κατάστρωσε σχέδιο δράσης, το οποίο έθεσε σε εφαρμογή στις 22 προς 23 Απρίλη 1944. Το σχέδιο αυτό προέβλεπε την μετακίνηση ισχυρών γερμανικών δυνάμεων αργά στις 22 και τη νύκτα 22 προς 23 Απρίλη από το Αργοστόλι προς το Γιαλό της Σάμης χρησιμοποιώντας τη γνωστή οδική αρτηρία Αργοστόλι-Σάμη. Αυτές, αργά τη νύχτα στις 22 προς 23 Απρίλη μόλις έφτασαν στο Γιαλό με την προσθήκη και των γερμανικών δυνάμεων του Γιαλού, πήραν θέση εκκίνησης προς το χωριό τα χαράματα στις 23 Απρίλη, όταν και άρχισε η πορεία του προς τα Μουζακάτα ακολουθώντας το δημόσιο δρόμο από το Γιαλό προς τα χωριά του Πυργιού.
Τις πρώτες πρωινές ώρες στις 23 Απρίλη, είχαν φτάσει στην περιοχή του χωριού όταν, και αναπτύχθηκαν σε σχήμα πετάλου με κύριο στόχο την περικύκλωσή του από όλα τα μέρη. Για την επιτυχία αυτής της περικύκλωσης γερμανικό τμήμα κινήθηκε πλευρικά κατά των Μουζακάτων από το χωριό Ζερβάτα, που προσεισμικά βρισκόταν ψηλότερα από το σημερινό μετασεισμικό χωριό, στη μέση του υπερκείμενου όγκου και νοτιότερα από τα Μουζακάτα.
Άλλο γερμανικό τμήμα κινήθηκε επίσης πλευρικά από τη χαράδρα, που βρίσκεται νότια του χωριού. Άλλο τέλος, κινήθηκε μετωπικά κατά του χωριού με βάση εξόρμησής του, το δρόμο Γιαλού-Πυργί δυτικά του χωριού. Με αυτή τη διάταξή τους οι Γερμανοί εφόρμησαν στο χωριό ταχύτατα, το περικύκλωσαν και από τις τρεις επιθετικές εφορμήσεις τους.
Τα στελέχη των Εαμικών Οργανώσεων που βρίσκονταν στο χωριό, για να παρευρεθούν και να χαιρετίσουν την παγκεφαλληνιακή συνδιάσκεψη των γυναικών είχαν ήδη για αυτό το λόγο, λάβει έκτακτα μέτρα ασφάλειας εγκαθιστώντας προκεχωρημένα φυλάκιά τους, μάλιστα ο ΕΛΑΣ, σε επίκαιρες θέσεις, ανοικτά παρατηρητήρια επαγρύπνησης για επόπτευση των δυο δημόσιων οδών, Αργοστολίου-Σάμης και Σάμης-Πυργιού. Αυτά, κατά τα μεσάνυκτα στις 22 Απρίλη 1944 είχαν επισημάνει ασυνήθιστη κίνηση μεταφορικών μέσων, μάλιστα από Αργοστόλι-Σάμη και είχαν ειδοποιήσει σχετικά τα αρχηγεία του ΕΛΑΣ, μονίμου και εφεδρικού και με σχετικές πληροφορίες, που έπαιρναν από τις Εαμικές Οργανώσεις του Γιαλού Σάμης σχετικά με τις γερμανικές ενισχύσεις και δραστηριότητες, πήραν έκτακτα μέτρα εξασφάλισης όλων. Με τη βοήθεια Επονιτών όλα τα γυναικεία στελέχη και μέλη της γυναικείας συνδιάσκεψης και οι κάτοικοι του χωριού, εκτός από ελάχιστους ανήμπορους, έγκαιρα και πριν από το γερμανική εφόρμηση, μπόρεσαν να απομακρυνθούν από το χωριό και να τραβήξουν ασφαλισμένα στις δασώδεις ορεινές περιοχές που βρίσκονται ανατολικά του χωριού παίρνοντας μαζί τους και όσα εφόδια μπόρεσαν. Αν ο κίνδυνος της γερμανικής επίθεσης δεν γινόταν έγκαιρα αντιληπτός, τότε το πλήγμα των Γερμανών θα ήταν οδυνηρό με την απώλεια έμπειρων και δοκιμασμένων στελεχών της Εθνικής Αντίστασης και η κρίση που θα ακολουθούσε, θα ήταν αξεπέραστη.
Με τα γερμανική τμήματα στις, κατά το σχέδιο θέσεις εξορμήσεις τους και με την απόσυρση από το χωριό με ασφάλεια των στελεχών και μελών των Οργανώσεων και των κατοίκων του χωριού, η γερμανική επίθεση άρχισε τα χαράματα στις 23 Απρίλη 1944 και οι πρώτες γερμανικές ομάδες έμπαιναν στο Μικρό Σούλι στις 7 το πρωί με μια ανταλλαγή πυρών με τμήμα οπισθοφυλακής των ανταρτών του ΕΛΑΣ που είχε πάρει την εντολή να καλύψει τη διάσωση του αμάχου πληθυσμού και των μελών της γυναικείας συνδιάσκεψης. Οι Γερμανοί ακάθεκτοι εισέβαλαν στο χωριό και με μανιώδη θηριωδία το παρέδωσαν στις φλόγες αγανακτισμένοι και οργισμένοι γιατί δεν μπόρεσαν να βρουν και να συλλάβουν στελέχη και μέλη των Εαμικών Οργανώσεων. Ανατίναξαν από τα θεμέλια την εκκλησιά του Αγίου Γεωργίου που γιόρταζε. Έκαψαν όλα τα σπίτια του χωριού. Λεηλάτησαν τη συγκεντρωμένη παραγωγή. Άρπαξαν οικιακά και άλλα σκεύη. Έχυναν από τα βαρέλια και από τους πίθους τα κρασιά και τα λάδια. Ρήμαξαν το χωριό με πρωτοφανή λύσσα. Όλη τη μέρα, στις 23 Απρίλη 1944, τα Μουζακάτα, το ηρωικό χωριό, εκπρόσωπος της Ελεύθερης Κεφαλλονιάς, καιγόταν και ρημαγμένο και ερειπωμένο ολοκληρωτικά το άφησαν οι Γερμανοί φεύγοντας αργά το απόγευμα, φέροντας μαζί τους, όμηρους προς εκτέλεση, και τρεις μόνον Μουζακάδες, που ανήμποροι δεν μπόρεσαν να φύγουν και ανάμεσά τους τον Επονίτη Πέτρο Μιχαλάτο, που δεν θέλησε να αφήσει τον γέρο πατέρα του στα γερμανικά χέρια. Τα Μουζακάτα πια, μετά τη βιβλική καταστροφή τους, απομένουν σωρός από καμένα και καπνίζοντα ερείπια σε ένα ολοκαύτωμα, που δικαιολογούσε την προσωνυμία του από το λαό ως Μικρό Σούλι, εκπληρώνοντας στο ακέραιο το εθνικό και πατριωτικό αντιστασιακό του χρέος.
Και η κατακλείδα αυτού του ολοκαυτώματος:
Στο κάλεσμα των Εαμικών Οργανώσεων για έμπρακτη συμπαράσταση και παντοειδή ενίσχυση των Μουζακάδων, ο λαός του νομού μας ανταποκρίθηκε σε συγκλονιστικά μεγέθη. Μέλη και οπαδοί και φίλοι τους ξεχύθηκαν στα χωριά και τις πόλεις με πρωτοπόρες τις Επονίτικες ομάδες και σε σύντομο χρονικό διάστημα συγκεντρώθηκε ό,τι από το υστέρημά του προσέφερε η μέγιστη πλειοψηφία του, χρηματικά ποσά, τρόφιμα, κάθε είδους οικιακά σκεύη, είδη ρουχισμού και υπόδησης, με τα οποία αντικαταστάθηκαν σε σημαντικό βαθμό τα νοικοκυριά του χωριού.
Σύγχρονα, η στρατιωτική διοίκηση του νομού, σε προκήρυξή της προς τον πληθυσμό, γνωστοποιούσε την ολοσχερή καταστροφή του μαρτυρικού χωριού και με διαστρέβλωση και παραποίηση των γεγονότων από τη ναζιστική προπαγάνδα ισχυριζόταν ότι στο χωριό βασανίστηκαν σε σπήλαια και πολλοί εθανατώθηκαν από τους «Εθνικά σκεπτόμενους Έλληνας», από τους κατοίκους του χωριού που ήταν «ενεργά μέλη ανταρτικών ομάδων». Τέλος, μετά τα παγκεφαλληνιακά ογκώδη συλλαλητήρια στις 29 και 30 Απρίλη 1944 για τη σωτηρία των καταδικασμένων ηγετών και μελών των Εαμικών Οργανώσεων και του Εργατικού Κέντρου, με ανακοίνωσή του ο ταγματάρχης Nennstiel γνωστοποιούσε ότι θα εκτελέσει μόνον όσους ενέχονται σε δολοφονίες ή πιάστηκαν ένοπλοι. Και αυτοί ήταν οι 5 ανήμποροι πατριώτες από τα Αργίνια και οι 3 από τα Μουζακάτα ανάμεσα στους οποίους ο Πέτρος Μιχαλάτος με τον πατέρα του.
Θα τελειώσω -επιτρέψτε μου- με μερικές προσωπικές αναμνήσεις: ήταν αργά στις 23 Απρίλη 1944 που έφεραν και έκλεισαν στα κελιά της απομόνωσης της δεύτερης ακτίνας των αγγλικών φυλακών του Αργοστολίου, όπου και εγώ είχα κλειστεί. Με τον Πέτρο Μιχαλάτο είχαμε δίπλα τα κελιά και από αυτόν, με κάθε προφύλαξη, έμαθα το ολοκαύτωμα του χωριού. Χαράματα την Πρωτομαγιά του 1944, μέρα Δευτέρα, ξαφνιαστήκαμε από μπότες γερμανικές που βροντούσαν στο πλακόστρωτο του αιθρίου της δεύτερης ακτίνας και από τις αγριοφωνάρες του Φύριγκ. Σε λίγο, γερμανοί στρατιώτες, με μια αρμαθιά κλειδιά άνοιγαν τα κελιά και έπαιρναν μαζί τους, τους τρεις Μουζακάδες και του δυο Αργινιώτες. Θα θυμάμαι όσο ζω ότι περνώντας από το κελί ο Πέτρος Μιχαλάτος, ανήμπορος από τα πόδια του, μου φώναζε: «συναγωνιστή Σπύρο, αν ζήσεις θέλω να βροντοφωνάξεις ότι πεθαίνω περήφανος γιατί γεννήθηκα Έλληνας και γιατί πεθαίνω Επονίτης». Αυτό το χρέος εκτελώ και σήμερα. Και το μήνυμα που μας έρχεται από τις φλόγες και τα ερείπια του μαρτυρικού χωριού: Αγώνας χωρίς τελειωμό ενάντια στο φασισμό, που εξανδραποδίζει τον Άνθρωπο υποβιβάζοντάς τον σε κτηνώδη αγέλη. Αγώνας μέχρις εσχάτων ενάντια στον ανθρωποκτόνο πόλεμο, που ευτελίζει και αποκτηνώνει τον Άνθρωπο, τη μεγαλύτερη αξία στον πλανήτη μας και του οποίου, τα φρικώδη αποτελέσματα ζήσαμε στη γειτονιά μας, στη μαρτυρική Γιουγκοσλαβία και λίγο μακρύτερα στο Αφγανιστάν και στη συγκλονιστική τραγωδία του Ιρακινού λαού. Αγώνας ασταμάτητος και αφειδώλευτος, πανανθρώπινος και παλαϊκός για την συναδέλφωση όλων των λαών, όπου γη και θάλασσα, για την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου και υπέρ της των πάντων ενώσεως με ισοτιμία, ισονομία και γνήσια και ανόθευτη Δημοκρατία που σημαίνει ο Δήμος-Λαός κρατεί, κυρίαρχος, εθνικά ανεξάρτητος και κοινωνικά Δίκαιος.
Σπύρος Λουκάτος Δρ. Ιστορικός
Απρίλης 1944: Στα δυο ηρωϊκά νησιά μας επικρατεί ολοκληρωτικά η ναζιστική γερμανική διοίκηση ήδη από τα τέλη του Σεπτέμβρη και τις αρχές του Οκτώβρη του 1943, έπειτα από τον πρωτοφανή σε έκταση και μεγέθη εξολοθρεμό των μονάδων και σωμάτων της Ιταλικής Μεραρχίας Aqcui, μετά την προηγηθείσα Ιταλογερμανική σύρραξη και με μέσα και τρόπους αυτόχρημα θηριώδεις.
Διοικητής στο νομό μας από τον Οκτώβρη 1943 είχε αναλάβει ο ταγματάρχης Spiteller, σημαίνον στέλεχος του ναζιστικού κόμματος, ο οποίος τότε -Απρίλης 1944- βρισκόταν στη Βιέννη για θεραπεία τραύματος στο μάτι που είχε δεχθεί κατά τη διάρκεια ασκήσεων των ανδρών του με πραγματικά πυρά. Αναπληρωτής διοικητής ανέλαβε ο ταγματάρχης Nennstiel. Διοικητής της Γκεστάπο ήταν ο Φύριγκ.
Σ’ αυτή την κατάσταση με τα μεγάλα προβλήματα και τις αξεπέραστες, πολλές φορές δυσχέρειες, οι οποίες είχαν διογκωθεί μετά την ιταλογερμανική σύρραξη, στην Εθνική Αντίσταση του νομού μας, εκπροσωπούμενη αποκλειστικά από τις Εαμικές οργανώσεις, επιβαλλόταν άμεσα το εθνικοαπελευθερωτικό καθήκον να δραστηριοποιηθούν στο έπακρο προς αντιμετώπιση προβλημάτων και δυσχερειών που δημιουργήθηκαν με τη νέα των πραγμάτων κατάσταση. Χάρις στην ακάματη δραστηριότητά τους, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόλουθες της ιστορικής παρακαταθήκης των Ριζοσπαστών, πέτυχαν ο λαός στη μεγίστη του πλειοψηφία, να πυκνώνει καθημερινά και μαζικά τις τάξεις τους, έτσι που στο πρώτο τρίμηνο, Γενάρης-Μάρτης 1944, να έχει θεμελιωθεί σε γερές αντιστασιακές βάσεις ένας πρωτοφανέρωτος Πανεαμισμός στο νομό μας, με το αντιπάλεμα με τους κατακτητές μας συνεχώς αυξανόμενο σε ποσότητα και ποιότητα.
Αυτό ακριβώς το αντιστασιακό του λαού μας αντιπάλεμα και η αντιστασιακή εθνικο-απελευθερωτική του δράση με μπροστάρηδες την ηγεσία, τα μέλη, τους οπαδούς και τους φίλους των Εαμικών οργανώσεων κατατρόμαξε τους Γερμανούς και τη διοίκησή τους, η οποία άρχισε να παίρνει κατασταλτικά ενάντιά τους μέτρα, ήδη από τον Γενάρη του 1944, με κορύφωσή τους, τότε, Απρίλη 1944.
Τότε, από τις αρχές του Απρίλη και ως το τέλος του, η Γερμανική διοίκηση του νομού μας, έντρομη από το συνεχώς ογκούμενο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης και της μαζικοποίησής του, αποφάσισε να δράσει αποτελεσματικά επιφέροντας καίρια κτυπήματα: με τις συλλήψεις ηγετικών στελεχών των Εαμικών Οργανώσεων και του Εργατικού Κέντρου στις 7 Απρίλη 1944. Με την εφόρμηση και το μπλόκο στο ηρωϊκό χωριό Αργίνια στις 15 Απρίλη 1944 και συλλήψεις ανήμπορων πατριωτών. Και τέλος, και προ πάντων, κατά της βασικότερης και ηρωϊκότερης εθνικοαντιστασιακής εστίας του νομού μας, τα Μουζακάτα, χωριό στο οποίο για τον ηρωισμό του συνόλου των κατοίκων του και τις πρωτοπόρες μεγάλες προσφορές και υπηρεσίες του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, πήρε από το λαό μας επάξια την προσωνυμία «Μικρό Σούλι».
Αυτό το «Μικρό Σούλι» εκπροσωπούσε σε όλο το νομό μας τη μοναδική εθνικοαπελευθερωτική εστία της Ελεύθερης Κεφαλλονιάς. Ήταν αυτόχρημα αυτή η Ελεύθερη Κεφαλλονιά. Σε αυτό το ηρωϊκό χωριό με τις παρακαταθήκες που κληρονόμησε από τους Ριζοσπάστες κατά του αγγλικού προτεκτοράτου στα νησιά μας, ήδη από τα μέσα του Νοέμβρη του 1943 είχε εγκαταστήσει την έδρα του το αρχηγείο του μόνιμου ΕΛΑΣ, αλλά και του εφεδρικού, του οποίου ένα από τα ηγετικά στελέχη του υπήρξε και ο Αστραπόγιαννος -Γεράσιμος Γρηγοράτος-, γέννημα και θρέμμα των Μουζακάτων.
Σε αυτό το χωριό έβρισκαν ασφαλές καταφύγιο στελέχη των Εαμικών Οργανώσεων σε συσκέψεις τους για τη μελέτη της εκάστοτε κατάστασης και τη λήψη αποφάσεων. Ήταν το στέκι στελεχών και μελών τα οποία, από αυτό ξεκινούσαν και σκόρπιζαν στα χωριά και στις πόλεις του νομού μας για να καθοδηγήσουν το λαό στον αγώνα του.
Σε αυτό το χωριό τέλος, είχε συνέλθει στις 22 Απρίλη του 1944 η παγκεφαλληνιακή συνδιάσκεψη γυναικών για τη μελέτη των ειδικοτέρων προβλημάτων τους και την εκλογή του καθοδηγητικού τους οργάνου για όλο το νομό. Για όλα αυτά, και άλλα πολύτιμα για τον αγώνα, η γερμανική διοίκηση στράφηκε με λύσσα ενάντια στο χωριό με την απόφασή της να φέρει σε αυτό καίριο και αποφασιστικό πλήγμα προς πλήρη εξαφανισμό του από το γεωγραφικό χάρτη του νησιού.
Για την εκτέλεση αυτής της απόφασης η γερμανική διοίκηση κατάστρωσε σχέδιο δράσης, το οποίο έθεσε σε εφαρμογή στις 22 προς 23 Απρίλη 1944. Το σχέδιο αυτό προέβλεπε την μετακίνηση ισχυρών γερμανικών δυνάμεων αργά στις 22 και τη νύκτα 22 προς 23 Απρίλη από το Αργοστόλι προς το Γιαλό της Σάμης χρησιμοποιώντας τη γνωστή οδική αρτηρία Αργοστόλι-Σάμη. Αυτές, αργά τη νύχτα στις 22 προς 23 Απρίλη μόλις έφτασαν στο Γιαλό με την προσθήκη και των γερμανικών δυνάμεων του Γιαλού, πήραν θέση εκκίνησης προς το χωριό τα χαράματα στις 23 Απρίλη, όταν και άρχισε η πορεία του προς τα Μουζακάτα ακολουθώντας το δημόσιο δρόμο από το Γιαλό προς τα χωριά του Πυργιού.
Τις πρώτες πρωινές ώρες στις 23 Απρίλη, είχαν φτάσει στην περιοχή του χωριού όταν, και αναπτύχθηκαν σε σχήμα πετάλου με κύριο στόχο την περικύκλωσή του από όλα τα μέρη. Για την επιτυχία αυτής της περικύκλωσης γερμανικό τμήμα κινήθηκε πλευρικά κατά των Μουζακάτων από το χωριό Ζερβάτα, που προσεισμικά βρισκόταν ψηλότερα από το σημερινό μετασεισμικό χωριό, στη μέση του υπερκείμενου όγκου και νοτιότερα από τα Μουζακάτα.
Άλλο γερμανικό τμήμα κινήθηκε επίσης πλευρικά από τη χαράδρα, που βρίσκεται νότια του χωριού. Άλλο τέλος, κινήθηκε μετωπικά κατά του χωριού με βάση εξόρμησής του, το δρόμο Γιαλού-Πυργί δυτικά του χωριού. Με αυτή τη διάταξή τους οι Γερμανοί εφόρμησαν στο χωριό ταχύτατα, το περικύκλωσαν και από τις τρεις επιθετικές εφορμήσεις τους.
Τα στελέχη των Εαμικών Οργανώσεων που βρίσκονταν στο χωριό, για να παρευρεθούν και να χαιρετίσουν την παγκεφαλληνιακή συνδιάσκεψη των γυναικών είχαν ήδη για αυτό το λόγο, λάβει έκτακτα μέτρα ασφάλειας εγκαθιστώντας προκεχωρημένα φυλάκιά τους, μάλιστα ο ΕΛΑΣ, σε επίκαιρες θέσεις, ανοικτά παρατηρητήρια επαγρύπνησης για επόπτευση των δυο δημόσιων οδών, Αργοστολίου-Σάμης και Σάμης-Πυργιού. Αυτά, κατά τα μεσάνυκτα στις 22 Απρίλη 1944 είχαν επισημάνει ασυνήθιστη κίνηση μεταφορικών μέσων, μάλιστα από Αργοστόλι-Σάμη και είχαν ειδοποιήσει σχετικά τα αρχηγεία του ΕΛΑΣ, μονίμου και εφεδρικού και με σχετικές πληροφορίες, που έπαιρναν από τις Εαμικές Οργανώσεις του Γιαλού Σάμης σχετικά με τις γερμανικές ενισχύσεις και δραστηριότητες, πήραν έκτακτα μέτρα εξασφάλισης όλων. Με τη βοήθεια Επονιτών όλα τα γυναικεία στελέχη και μέλη της γυναικείας συνδιάσκεψης και οι κάτοικοι του χωριού, εκτός από ελάχιστους ανήμπορους, έγκαιρα και πριν από το γερμανική εφόρμηση, μπόρεσαν να απομακρυνθούν από το χωριό και να τραβήξουν ασφαλισμένα στις δασώδεις ορεινές περιοχές που βρίσκονται ανατολικά του χωριού παίρνοντας μαζί τους και όσα εφόδια μπόρεσαν. Αν ο κίνδυνος της γερμανικής επίθεσης δεν γινόταν έγκαιρα αντιληπτός, τότε το πλήγμα των Γερμανών θα ήταν οδυνηρό με την απώλεια έμπειρων και δοκιμασμένων στελεχών της Εθνικής Αντίστασης και η κρίση που θα ακολουθούσε, θα ήταν αξεπέραστη.
Με τα γερμανική τμήματα στις, κατά το σχέδιο θέσεις εξορμήσεις τους και με την απόσυρση από το χωριό με ασφάλεια των στελεχών και μελών των Οργανώσεων και των κατοίκων του χωριού, η γερμανική επίθεση άρχισε τα χαράματα στις 23 Απρίλη 1944 και οι πρώτες γερμανικές ομάδες έμπαιναν στο Μικρό Σούλι στις 7 το πρωί με μια ανταλλαγή πυρών με τμήμα οπισθοφυλακής των ανταρτών του ΕΛΑΣ που είχε πάρει την εντολή να καλύψει τη διάσωση του αμάχου πληθυσμού και των μελών της γυναικείας συνδιάσκεψης. Οι Γερμανοί ακάθεκτοι εισέβαλαν στο χωριό και με μανιώδη θηριωδία το παρέδωσαν στις φλόγες αγανακτισμένοι και οργισμένοι γιατί δεν μπόρεσαν να βρουν και να συλλάβουν στελέχη και μέλη των Εαμικών Οργανώσεων. Ανατίναξαν από τα θεμέλια την εκκλησιά του Αγίου Γεωργίου που γιόρταζε. Έκαψαν όλα τα σπίτια του χωριού. Λεηλάτησαν τη συγκεντρωμένη παραγωγή. Άρπαξαν οικιακά και άλλα σκεύη. Έχυναν από τα βαρέλια και από τους πίθους τα κρασιά και τα λάδια. Ρήμαξαν το χωριό με πρωτοφανή λύσσα. Όλη τη μέρα, στις 23 Απρίλη 1944, τα Μουζακάτα, το ηρωικό χωριό, εκπρόσωπος της Ελεύθερης Κεφαλλονιάς, καιγόταν και ρημαγμένο και ερειπωμένο ολοκληρωτικά το άφησαν οι Γερμανοί φεύγοντας αργά το απόγευμα, φέροντας μαζί τους, όμηρους προς εκτέλεση, και τρεις μόνον Μουζακάδες, που ανήμποροι δεν μπόρεσαν να φύγουν και ανάμεσά τους τον Επονίτη Πέτρο Μιχαλάτο, που δεν θέλησε να αφήσει τον γέρο πατέρα του στα γερμανικά χέρια. Τα Μουζακάτα πια, μετά τη βιβλική καταστροφή τους, απομένουν σωρός από καμένα και καπνίζοντα ερείπια σε ένα ολοκαύτωμα, που δικαιολογούσε την προσωνυμία του από το λαό ως Μικρό Σούλι, εκπληρώνοντας στο ακέραιο το εθνικό και πατριωτικό αντιστασιακό του χρέος.
Και η κατακλείδα αυτού του ολοκαυτώματος:
Στο κάλεσμα των Εαμικών Οργανώσεων για έμπρακτη συμπαράσταση και παντοειδή ενίσχυση των Μουζακάδων, ο λαός του νομού μας ανταποκρίθηκε σε συγκλονιστικά μεγέθη. Μέλη και οπαδοί και φίλοι τους ξεχύθηκαν στα χωριά και τις πόλεις με πρωτοπόρες τις Επονίτικες ομάδες και σε σύντομο χρονικό διάστημα συγκεντρώθηκε ό,τι από το υστέρημά του προσέφερε η μέγιστη πλειοψηφία του, χρηματικά ποσά, τρόφιμα, κάθε είδους οικιακά σκεύη, είδη ρουχισμού και υπόδησης, με τα οποία αντικαταστάθηκαν σε σημαντικό βαθμό τα νοικοκυριά του χωριού.
Σύγχρονα, η στρατιωτική διοίκηση του νομού, σε προκήρυξή της προς τον πληθυσμό, γνωστοποιούσε την ολοσχερή καταστροφή του μαρτυρικού χωριού και με διαστρέβλωση και παραποίηση των γεγονότων από τη ναζιστική προπαγάνδα ισχυριζόταν ότι στο χωριό βασανίστηκαν σε σπήλαια και πολλοί εθανατώθηκαν από τους «Εθνικά σκεπτόμενους Έλληνας», από τους κατοίκους του χωριού που ήταν «ενεργά μέλη ανταρτικών ομάδων». Τέλος, μετά τα παγκεφαλληνιακά ογκώδη συλλαλητήρια στις 29 και 30 Απρίλη 1944 για τη σωτηρία των καταδικασμένων ηγετών και μελών των Εαμικών Οργανώσεων και του Εργατικού Κέντρου, με ανακοίνωσή του ο ταγματάρχης Nennstiel γνωστοποιούσε ότι θα εκτελέσει μόνον όσους ενέχονται σε δολοφονίες ή πιάστηκαν ένοπλοι. Και αυτοί ήταν οι 5 ανήμποροι πατριώτες από τα Αργίνια και οι 3 από τα Μουζακάτα ανάμεσα στους οποίους ο Πέτρος Μιχαλάτος με τον πατέρα του.
Θα τελειώσω -επιτρέψτε μου- με μερικές προσωπικές αναμνήσεις: ήταν αργά στις 23 Απρίλη 1944 που έφεραν και έκλεισαν στα κελιά της απομόνωσης της δεύτερης ακτίνας των αγγλικών φυλακών του Αργοστολίου, όπου και εγώ είχα κλειστεί. Με τον Πέτρο Μιχαλάτο είχαμε δίπλα τα κελιά και από αυτόν, με κάθε προφύλαξη, έμαθα το ολοκαύτωμα του χωριού. Χαράματα την Πρωτομαγιά του 1944, μέρα Δευτέρα, ξαφνιαστήκαμε από μπότες γερμανικές που βροντούσαν στο πλακόστρωτο του αιθρίου της δεύτερης ακτίνας και από τις αγριοφωνάρες του Φύριγκ. Σε λίγο, γερμανοί στρατιώτες, με μια αρμαθιά κλειδιά άνοιγαν τα κελιά και έπαιρναν μαζί τους, τους τρεις Μουζακάδες και του δυο Αργινιώτες. Θα θυμάμαι όσο ζω ότι περνώντας από το κελί ο Πέτρος Μιχαλάτος, ανήμπορος από τα πόδια του, μου φώναζε: «συναγωνιστή Σπύρο, αν ζήσεις θέλω να βροντοφωνάξεις ότι πεθαίνω περήφανος γιατί γεννήθηκα Έλληνας και γιατί πεθαίνω Επονίτης». Αυτό το χρέος εκτελώ και σήμερα. Και το μήνυμα που μας έρχεται από τις φλόγες και τα ερείπια του μαρτυρικού χωριού: Αγώνας χωρίς τελειωμό ενάντια στο φασισμό, που εξανδραποδίζει τον Άνθρωπο υποβιβάζοντάς τον σε κτηνώδη αγέλη. Αγώνας μέχρις εσχάτων ενάντια στον ανθρωποκτόνο πόλεμο, που ευτελίζει και αποκτηνώνει τον Άνθρωπο, τη μεγαλύτερη αξία στον πλανήτη μας και του οποίου, τα φρικώδη αποτελέσματα ζήσαμε στη γειτονιά μας, στη μαρτυρική Γιουγκοσλαβία και λίγο μακρύτερα στο Αφγανιστάν και στη συγκλονιστική τραγωδία του Ιρακινού λαού. Αγώνας ασταμάτητος και αφειδώλευτος, πανανθρώπινος και παλαϊκός για την συναδέλφωση όλων των λαών, όπου γη και θάλασσα, για την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου και υπέρ της των πάντων ενώσεως με ισοτιμία, ισονομία και γνήσια και ανόθευτη Δημοκρατία που σημαίνει ο Δήμος-Λαός κρατεί, κυρίαρχος, εθνικά ανεξάρτητος και κοινωνικά Δίκαιος.
Σπύρος Λουκάτος Δρ. Ιστορικός
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου